«…ἀπεφάσισε ὁμόφωνα κάνοντας χρήση τῆς Οἰκονομίας τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως φανερώνεται στὴν πλούσια παράδοσή Της, τὴν προσαρμογὴ τῆς ὥρας τελετῆς τῆς Ἀναστάσεως στὶς 9.00 μ.μ. τοῦ Μεγάλου Σαββάτου. Ἡ Τελετὴ θὰ πραγματοποιηθεῖ στὸ προαύλιο τῶν Ἱερῶν Ναῶν, σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση, καὶ θὰ ἀκολουθήσει ἡ Ἀναστάσιμη Θεία Λειτουργία ἐντός του Ἱεροῦ Ναοῦ» (Διαβάστε ὁλόκληρη τὴν ἐγκύκλιο ΕΔΩ).
Ἂς δοῦμε τώρα τὸ ἀθεολόγητο τῆς συγκεκριμένης ἀνακοίνωσης, σύμφωνα μὲ τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση τῶν Ἁγίων Θεοφόρων Πατέρων:
Πηγὴ τῶν παραπάνω βεβαίως, ἀποτελεὶ τό «Πηδάλιον», ἡ σημαντικότατη αὐτὴ συλλογή Ἱερῶν Κανόνων τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, καί σύμφωνα μὲ τὸν ἅγιο Νικοδημο τὸν Ἁγιορείτη:
«Διὰ νὰ μὴ διπλασιάζηται ὁ μοναδικὸς θάνατος τοῦ Χριστοῦ, ἐδιώρισε καὶ ἡ ἐν Ἀντισιοδώρῳ τῇ πόλει τοπικὴ σύνοδος ἐπὶ Ἡρακλείου κατὰ τὸ χιγ΄ ἔτος συναχθεῖσα· Νὰ μὴ γίνωνται δύω λειτουργίαι ἐν μία ἡμέρα εἰς μίαν καὶ τὴν αὐτὴν τράπεζαν […] ὅπερ παραβαίνουσιν οἱ παπισταί. Ἀλλά καὶ οἱ ἡμέτεροι ἱερεῖς, οἱ δύω φοραῖς λειτουργοῦντες, τάχα διὰ παρρησίαν, βαρέως ἁμαρτάνουν, καὶ ἂς παύσουν εἰς τὸ ἑξῆς τὸ ἄτοπον τοῦτο»[2].
Αὐτὴ ἡ ἔννοια τῆς ἀνεπανάληπτης μοναδικότητας καταγράφεται στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἤδη ἀπὸ τὸν 1ο αιώνα. Ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος, δεύτερος ἐπίσκοπος Ἀντιοχείας, ἀπὸ τὸ 70 μ.Χ. καὶ πρῶτος μεγάλος θεολόγος καὶ Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας μετὰ τοὺς ἀποστόλους[3], ἀναφέρει:
«Γράφω στὴν ἀξιόθεη ἀγάπη σας, παρακαλώντας σας νὰ ἔχετε μία πίστη, καί ἕνα κήρυγμα, καί μία Εὐχαριστία. Διότι ἕνα εἶναι τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, καί ἕνα τὸ αἷμα του πού χύθηκε γιὰ μᾶς- ἕνας ἄρτος κομματιάστηκε γιὰ ὅλους, καί ἕνα ποτήρι μοιράστηκε σὲ ὅλους-ἕνα θυσιαστήριο ὑπάρχει γιὰ ὅλη τὴν Ἐκκλησία καί ἕνας ἐπίσκοπος, μαζὶ μὲ τὸ πρεσβυτέριο καὶ τοὺς διακόνους τους συνδούλους μου. Διότι καί ἕνας ἀγέννητος ὑπάρχει, ὁ Θεὸς καὶ Πατέρας, καί ἕνας μονογενής Υἱὸς, Θεὸς Λόγος καὶ ἄνθρωπος, καί ἕνας Παράκλητος, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας· ἀλλὰ καὶ ἕνα κήρυγμα, ‘’καὶ ἡ πίστη εἶναι μία καὶ τὸ βάπτισμα ἕνα’’, και μία ἡ Ἐκκλησία, ποὺ ἵδρυσαν οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι ἀπὸ τὴν μία ἄκρη ὡς τὴν ἄλλη ἄκρη τοῦ κόσμου μὲ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, μὲ τὸν ἱδρώτα καὶ τοὺς κόπους τους»[4].
Ὁ γνωστὸς κανονολόγος, καθ. Παναγιώτης Μπούμης, ἀποτυπώνει τὰ δεδομένα αὐτὰ στὸ ἔργο του «Κανονικὸν Δίκαιον», ὡς ἑξῆς:
«Στὴν Ἁγία Τράπεζα μόνο μία Θεία Λειτουργία ἐπιτρέπεται νὰ τελεσθεῖ τὴν ἴδια ἡμέρα, γιὰ νὰ μὴ διπλασιάζεται ὁ ἕνας καὶ μοναδικὸς θάνατος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἐὰν ὑπάρξει ἀνάγκη νὰ τελεσθοῦν δύο Θ. Λειτουργίες, ἡ δεύτερη τελεῖται σ’ ἄλλη Ἁγία Τράπεζα, ἐφ’ ὅσον ὁ ναὸς εἶναι δισυπόστατος ἢ τρισυπόστατος, ἤ ἀλλιῶς προστίθεται εἰδικὴ καθαρὴ τράπεζα καὶ θέτουμε ἐπάνω σ’ αὐτὴν καθιερωμένο ἀντιμήνσιο[5]»[6].
Καὶ συμπληρώνει στις προϋποθέσεις κανονικῆς τελέσεως τῆς Θ. Εὐχαριστίας:
«Ὁ λειτουργός δεν πρέπει νὰ ἔχει τελέσει προηγουμένως ἄλλη Θ. Λειτουργία κατὰ τὴν ἴδια ἡμέρα»[7].
Σημειώσεις:
[1] Δαμαλᾶς Νικόλαος, «Ἑρμηνεία εἰς τὴν Καινὴν Διαθήκην - Τὸ κατὰ Ἰωάνννην Εὐαγγέλιον», Πουρναρᾶς, Θεσσαλονίκη 2010 (ἀνατύπωση), σελ. 344.
[2] Βλ. Νικοδήμου Ἁγιορείτου, «Πηδάλιον», ἔκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2003 (ἀνατ. ἔκδ. 1864), σελ. 90β (Σχόλιο ἀριθ. (1) στὴν Ἑρμηνεία τοῦ ΞΗ΄ Κανόνα τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων).
[3] Παπαδόπουλος Γ. Στυλιανός, «Πατρολογία», τόμ. Α΄, ἔκδ. 4η, Ἀθήνα 2000, σελ. 173.
[4] Ἡ μετάφραση ἀπὸ τό Ἀποστολικοὶ Πατέρες ἀρ. 4 (σειρὰ Ε.Π.Ε. #119), ἔκδ. Ἀφοί Μερετάκη «Τὸ Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1994, σελ. 230-233.
Στὸ πρωτότυπο τὸ ἀπόσπασμα ἔχει ὡς ἑξῆς: «Γράφω τῇ ἀξιοθέῳ ἀγάπη ὑμῶν, παρακαλῶν ὑμᾶς μίᾳ πίστει καὶ ἐνὶ κηρύγματι καὶ μία εὐχαριστίᾳ χρῆσθαι· μίᾳ γὰρ ἐστιν ἡ σὰρξ τοῦ κυρίου Ἰησοῦ καὶ ἐν αὐτοῦ τὸ αἷμα τὸ ὑπὲρ ἠμῶν ἐκχυθὲν (εἷς γὰρ ἄρτος τοῖς πάσιν ἐθρύφθῃ καὶ ἓν ποτήριον τοῖς ὅλοις διενεμήθη), ἓν θυσιαστήριον πάσῃ τῇ ἐκκλησίᾳ καὶ εἷς ἐπίσκοπος ἅμα τῷ πρεσβυτερίῳ καὶ τοῖς διακόνοις, τοῖς συνδούλοις μου. ἐπεῖπερ καὶ εἷς ἀγέννητος, ὁ θεὸς καὶ πατήρ, καὶ εἷς μονογενὴς υἱός, θεὸς λόγος καὶ ἄνθρωπος, καὶ εἷς ὁ παράκλητος, τὸ πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ἓν δὲ καὶ τὸ κήρυγμα καὶ ἡ πίστις μία καὶ τὸ βάπτισμα ἓν καὶ μία ἡ ἐκκλησία, ἢν ἰδρύσαντο οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι ἀπὸ περάτων ἕως περάτων ἐν τῷ αἵματι τοῦ Χριστοῦ οἰκείοις ἰδρῶσι καὶ πόνοις» (Ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος, «Ἐπιστολὴ πρὸς Φιλαδελφεῖς» (ἐκτενὴς μορφή), PG 5, 821C-824Α).
[5] Τό ἀντιμῆνσιον εἶναι σύνθετη λέξη ἑλληνολατινικῆς προελεύσεως ποὺ σημαίνει «ἀντὶ τραπέζι». Τὸ ἀντιμήνσιο μπῆκε στὴν λατρεία γιὰ νὰ ἀντικαταστήσει τὴν ἁγία Τράπεζα καὶ νὰ κάνει δυνατὴ τὴν τέλεση τῆς Θ. Εὐχαριστίας ἀκόμη καὶ σὲ μέρη ὅπου αὐτὴ ἔλειπε ἢ δὲν ἦταν καθιερωμένη. Κατασκευαζόταν ἀπὸ ξύλο ἢ ὕφασμα καὶ τελικὰ ἐπικράτησε τὸ δεύτερο ὑλικὸ μέχρι σήμερα. Τὸ ἀντιμήνσιο καθιερωνεται (ἁγιάζεται) ὅταν ὁ ναὸς ἐγκαινιάζεται χρησιμοποιούμενο ὡς μάκτρο γιὰ τὸ σπόγγισμα τῆς ἁγίας Τραπέζης καὶ ραντιζόμενο μὲ μύρο. Μπορεῖ ὅμως νὰ καθιερωθεῖ καὶ χωριστὰ ἀπὸ τὰ ἐγκαίνια ναοῦ. Τὸ ἀντιμήνσιο χρησιμοποιεῖται μόνο γιὰ τὴν τέλεση τῆς Θ. Εὐχαριστίας καὶ ὄχι γιὰ τὴν τέλεση ἄλλων ἀκολουθιῶν (βλ. Βεργωτὴς Γεώργιος, «Λεξικὸν Λειτουργικῶν καὶ Τελετουργικῶν Ὅρων», 3η ἔκδ. βελτιωμένη καὶ ἐπαυξημένη, Θεσσαλονίκη 1995, σελ. 38).
[6] Μπούμης Ἰ. Παναγιώτης, «Κανονικὸν Δίκαιον», ἔκδ. 3η ἐπηυξημένη, Γρηγόρης, Ἀθήνα 2002, σελ. 210.
[7] Μπούμης Ἰ. Παναγιώτης, «Κανονικὸν Δίκαιον», ο.π., σελ. 118
Κανών ΠΘ΄ τῆς Ἁγίας καί Οἰκουμενικῆς Ἕκτης (ΣΤ΄) Συνόδου
τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει. Ἐκ τοῦ Ἱεροῦ «Πηδαλίου»:
ΚΑΝΩΝ ΠΘ΄
Τὰς τοῦ σωτηρίου Πάθους ἡμέρας ἐν νηστείᾳ καὶ προσευχῇ καὶ κατανύξει καρδίας ἐπιτελοῦντας, χρὴ τοὺς πιστοὺς περὶ μέσας τῆς μετὰ τὸ μέγα Σάββατον νυκτὸς ὥρας ἀπονηστίζεσθαι, τῶν θείων Εὐαγγελιστῶν Ματθαίου καὶ Λουκᾶ, τοῦ μὲν διὰ τοῦ ὀψὲ Σαββάτων προσρήματος, τοῦ δὲ διὰ τοῦ ὄρθρου βαθέος, τὴν βραδύτητα τῆς νυκτὸς ἡμῖν ὑπογράφοντος.
Ἑρμηνεία.
Ὁ Κανὼν οὕτος διορίζει, ὅτι οἱ χριστιανοὶ πρέπει νὰ ἐπιτελοῦν ὅλην τὴν μεγάλην ἑβδομάδα τῶν ἁγίων Παθῶν μὲ νηστείας (1) καὶ προσευχήν, καὶ κατάνυξιν τῆς καρδίας, ἀληθινὴν δηλ. καὶ ὄχι ὑποκριτικὴν (ἑξαιρέτως δέ, καὶ μάλιστα τὴν μεγάλην Τεσσαρακοστὴν καὶ τὸ μέγα Σάββατον, τὰς ὁποίας ἡμέρας πρέπει νὰ βιάζωνται εἰς τὸ νὰ ἀπερνοῦν ἄσιτοι), περὶ δὲ τὸ μεσονύκτιον, ταυτὸν εἰπεῖν μετὰ τὸ μεσονύκτιον τοῦ παρελθόντος μὲν μεγάλου Σαββάτου, τῆς ἐρχομένης δὲ μεγάλης Κυριακῆς νὰ παύουσι τὴν νηστείαν (2), ἐπειδὴ ἤδη ἀνέστη ὁ Κύριος, καθὼς δηλοῦται ἐκ τῶν θείων Εὐαγγελιστῶν. Ὁ μὲν γὰρ Ματθαῖος λέγωντας, ὅτι ὀψὲ Σαββάτων ἦλθον αἱ γυναῖκες νὰ θεωρήσουν τὸν τάφον, ἐφανέρωσεν, ὅτι ἐπέρασε μὲν τὸ Σάββατον, καὶ πολὺ μέρος τῆς μετὰ τὸ Σάββατον νυκτός, ὁ δὲ Λουκᾶς, λέγωντας πάλιν, ὅτι ἦλθον ὄρθρου βαθέος, ἐφανέρωσεν ὅτι πολὺ μέρος τῆς νυκτὸς ἔμεινεν ἕως οὗ νὰ ξημερώσῃ ἡ Κυριακή. Ὥστε καὶ ἐκ τῶν δύο συνάγεται, ὅτι κατὰ τὸ μεσονύκτιον ἀνέστη ὁ Κύριος, παρελθούσης τῆς στ΄ ὥρας καὶ ἀρχομένης τῆς ζ΄. (3).
Συμφωνία.
Περὶ τοῦ καιροῦ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου πλατύτερον διαλαμβάνει καὶ ὁ α΄ Κανὼν τοῦ ἁγίου Διονυσίου, ἀφ΄ οὗ ἠρανίσατο ταῦτα καὶ ἡ παροῦσα σύνοδος. Ὅστις καὶ προσθέτει ὅτι ἐκείνους μὲν ὁποῦ πρὸ τοῦ μεσονυκτίου λύσουν τὴν νηστείαν κατηγοροῦμεν ὡς μικρόψυχους καὶ ἀκρατεῖς· ἐκείνους δὲ ὁποῦ καρτερούσιν ἕως τὴν αὐγήν, ἐπαινοῦμεν ὡς μεγαλοψύχους καὶ ἐγκρατεῖς. Ἀλλὰ καὶ αἱ Ἀποστολικαὶ διαταγαὶ βιβλ. ε΄. κεφ. ιθ΄ λέγουσι, νὰ ἀπονηστίζωνται οἱ Χριστιανοί, ἐπιφωσκούσης μιᾶς Σαββάτων, ἤτοι πρὸς τὸ ξημέρωμα τῆς Κυριακῆς. Ὅρα καὶ τὴν ἑρμηνείαν καὶ ὑποσημείωσιν τοῦ κθ΄. τῆς παρούσης στ΄. καὶ τοῦ ξθ΄ Ἀποστολ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου