π. Θωμάς Ανδρέου
Σε ένα μικρό ορεινό χωριό της πατρίδας μας έγινε αυτό που θα σας διηγηθώ.
Σε ένα χωριό που απόμειναν δεκαπέντε, είκοσι γερόντια να κρατούν ζωντανές τις θύμισες άλλων εποχών όταν το χωριό έσφυζε από ζωή και οι παιδικές φωνές διέσχιζαν τους αιθέρες ανακατεμένες με τους βουκολικούς ήχους από τα κυπριά των ζωντανών που συντρόφευαν την ζωή των κατοίκων.
Μεγάλωσαν τα παιδιά και έφυγαν από το χωριό. Πήγαν να ζήσουν στην πόλη…
Έκλεισε
το σχολείο και απόμεινε μονάχη η Εκκλησία με την καμπάνα της να κτυπά
και να καλεί τους λίγους εναπομείναντες κατοίκους σε προσευχή στην κοινή
σύναξη των ζώντων και των κεκοιμημένων.
Η
καμπάνα σημαίνει τη ζωή στο χωριό όπως ακριβώς συμβαίνει σε όλα τα
χωριά μας που έμειναν με λιγοστούς κατοίκους. Η καμπάνα που σαν πάψει να
κτυπά, τότε τα χωριά μας θα έχουν πεθάνει…
Οι λιγοστοί κάτοικοι, ηλικιωμένοι και ανήμποροι είχαν τον παπά να τους λειτουργεί κάπου κάπου. Γέρος και αυτός κρατούσε μέχρι που αρρώστησε και δεν του επέτρεπαν οι δυνάμεις του να συνεχίσει.
Όμως πέρασε πασχαλιά και οι άνθρωποι έμειναν αλειτούργητοι και ακοινώνητοι αφού προσπάθησαν να βρουν κάποιο συνταξιούχο να τους πει «Χριστός Ανέστη» αλλά δεν τα κατάφεραν.
Και αυτοί οι ευλογημένοι δεν ενημέρωσαν τη Μητρόπολη να μεριμνήσει γιατί δεν θέλησαν να γίνουν βάρος. Βλέπεις, στις πόλεις υπάρχουν πέντε παπάδες σε μια Ενορία. Σε κάποια χωριά συμβαίνει το αντίθετο όμως!
Ένας
παπάς για πέντε Ενορίες, να τρέξει με φιλοτιμία να λειτουργήσει και να
αγιάσει τα χωριά που ξώμειναν με λιγοστούς κατοίκους !
Έφτασε
ο πρόεδρος του χωριού στη Μητρόπολη, με συστολή, σχεδόν σαν να
ντρεπόταν που θα φόρτωνε με το αίτημα του τη Μητρόπολη, μήπως βρεθεί
ένας παπάς να πάει να λειτουργήσει. Και πήγε ο παπάς και έζησε αυτό που
σήμερα σας περιγράφω.
Έφτασε στο χωριό και μπήκε στην αρχαία Εκκλησία.
Πεντακάθαρη,
περιποιημένη από τους ανθρώπους του μικρού χωριού και στολισμένη με
λουλούδια στις εικόνες, με αναμμένα τα καντήλια και τα λιγοστά φώτα.
Κτύπησε η καμπάνα χαρμόσυνα, Αναστάσιμα!
Οι κάτοικοι στο άκουσμα της καμπάνας πήγαν με τις λαμπάδες της Ανάστασης στα χέρια, να ψάλλουν όλοι μαζί το Χριστός Ανέστη και να αισθανθούν την αναστάσιμη χαρά!
Αυτές οι λίγες ψυχές που απόμειναν εκεί στο ορεινό χωριό της επαρχίας, χαίρονταν πιότερο από όλους τους άλλους που κάναν Ανάσταση το Μέγα Σάββατο είτε στις 9 είτε στις 12 το βράδυ!
Τι χαρά πήραν οι άνθρωποι όταν ο παπάς τους έλεγε «Χριστός Ανέστη» 22 μέρες μετά το Μέγα Σάββατο και αυτοί με τις λαμπάδες στα χέρια αντιφωνούσαν: » Αληθώς Ανέστη!».
Μνημονεύτηκαν ζώντες και κεκοιμημένοι.
Η
λειτουργία τέλειωσε και αφού κοινώνησαν Τον Χριστό, πήραν το αντίδωρο
και περίμεναν τον παπά να τον κεράσουν καφέ να καθίσουν όλοι μαζί να τον
ευχαριστήσουν που πήγε και λειτούργησε στο χωριό τους, οι φιλότιμοι και
αγνοί κάτοικοι που ξώμειναν στο μικρό χωριό της επαρχίας…
Αισθάνθηκε
ευλογημένος ο παπάς για αυτή την εμπειρία! Δοξολόγησε πολλές φορές το
Θεό γιατί του έδωσε αυτή την ευκαιρία. Και τους υποσχέθηκε πως θα
ξαναπάει για να κτυπά η καμπάνα στο χωριό για τους πιστούς, τους λίγους
που εκτιμούν αυτό που τους λείπει…
Τούτες
τις σκέψεις τις αφιερώνω στους γκρινιάρηδες «χριστιανούς» μας, που
διαμαρτύρονται γιατί άλλαξε ώρα η Ανάσταση φέτος και στους ευτυχώς
ελάχιστους κληρικούς που νομίζουν πως θα σώσουν την Εκκλησία, έχοντας
κοντά τους ορκισμένους οπαδούς να τους ακολουθούν φωνάζοντας τους
«άξιος, άξιος»…
Βλέπεις είναι εύκολο να θεωρείς κάποια πράγματα δεδομένα. Όλα όμως μπορεί να αλλάξουν ξαφνικά και αυτό το ζούμε στις μέρες μας.
Ίσως λοιπόν διαβάζοντας τα παραπάνω, να εκτιμήσουν αμφότεροι κάποια πράγματα καλύτερα… Χριστός Ανέστη!
Πηγή: Ιερατικοί Στοχασμοί
Η εικόνα είναι από το Pinterest
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου