Τῇ ΙΖ΄ (17ῃ) τοῦ μηνὸς Δεκεμβρίου, κοίμησις τοῦ ὁσίου πατρὸς ἡμῶν Ἀντωνίου (Κόμπου) τοῦ ἁπλοῦ καὶ ταπεινοῦ, ἐπισκόπου Σισανίου καὶ Σιατίστης (2005).
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ κοίμησις τῆς δικαίας Τατιανῆς (Σαββίδου) ἐκ Καρς τῆς Μ. Ἀσίας καὶ ἐν Βερροίᾳ ὁσιακῶς τελειωθεῖσα (1987).
Ο Μακαριστός Επίσκοπος Σισανίου και Σιατίστης π. Αντώνιος Κόμπος
Ο Επίσκοπος Αντώνιος ήταν τόσο ταπεινός που όχι μόνο άλλος Δεσπότης, αλλά ούτε κληρικός είναι εύκολο να βρεθή σαν αυτόν.
***
Επίσκοπος Σισανίου και Σιατίστης π. Αντώνιος: “Είχα δει σε ενύπνιο τον μακαριστό αρχιεπίσκοπο Σεραφείμ, με μια εξαστράπτουσα αρχιερατική στολή, να υπερίπτανται στον ουρανό και ομολογώ ξαφνιάστηκα, και τον ρώτησα:
– Μακαριωτατε, πως έγινε αυτό;
-Παιδί μου, εγώ δεν ήμουν άξιος, αλλά επειδή
αγαπούσα υπερβολικά την Εκκλησία και ήμουν πάντα κατά του Πάπα και
έκαμα ό,τι μπορούσα για να προστατεύσω την Εκκλησία μας…, γι’ αυτό παιδί μου!”
Όσιος Πορφύριος ο προφήτης, Μαρτυρίες τόμος Β’, σελ 319, κελλί Αγίων Θεοδώρων, Άγιον Όρος.
***
Μαρτυρία π. Γεωργίου Μπετσάκου: “…Εκείνο πού θά ήθελα να σε βεβαιώσω είναι ότι αυτός ο άνθρωπος ήταν Άγιος. Ζούσε άγια. Είκοσι χρόνια που τον έζησα από κοντά το έβλεπα, το ένοιωθα. Ακτινοβολούσε φως, γέλιο, ήρεμο. Απλός σ’ όλα του. Φτωχός μέχρι τρέλας. Λιτός απερίγραπτα.
Ντρέπομαι όταν αναλογίζομαι το πόσες φορές λειτούργησα μαζί του κι εγώ φορούσα στολές πλούσιες κι αυτός ήταν πλάι μας φτωχότατος.
Θα σου πω κάτι για να
θαυμάσεις πάνω σ’ αυτό. Αγόρασα μια βαλίτσα, κάποτε, για τις στολές μου
όταν μετακινούμουνα. Δερμάτινη. Ήλθε λοιπόν στην Εκκλησία, ως
τοποτηρητής. Είχε μια βαλίτσα ξύλινη – εσωτερικά επενδυμένη με
ταπετσαρία χάρτινη, σαν κι αυτές που έχουν κάτι λαϊκά μπαούλα.
Ντράπηκα. Παπάς εγώ. Δεσπότης αυτός.
Του λέω, «Γέροντα δεν πάει άλλο. Θα πάρετε τη βαλίτσα τη δική μου».
Επαναστάτησε. «Όχι» μου λέει, «εσύ είσαι οικογενειάρχης, έχεις παιδιά
και άλλα τέτοια». Τελικά την πήρε. Ύστερα από μέρες μου τηλεφώνησε. «Έλα
να πάμε να λειτουργήσουμε σε κάποια κωμόπολη». Πάω, τι να δω. Η ξύλινη
βαλίτσα. «Πάλι τα ίδια» του λέω. «Παιδάκι μου, μου λέει, «έπιασε τόπο,
την έδωσα σε μια φτωχιά».
Πήγαμε, κάποτε με του δικούς μου στη Σιάτιστα να τον επισκεφθούμε. Και τι να δούμε: Σφουγγάριζε τις σκάλες της Μητρόπολης. «Αυτά τα λεφτά που θα ’δινα σε μια γυναίκα τα βάζω στο φιλόπτωχο – κι ύστερα μη ξεχνάτε πως αν ήμουνα στο μοναστήρι θα έκανα κάποιο διακόνημα ».
Μου διηγήθηκε κάποιος:
Ήταν ο πρώτος καιρός που
είχε έλθει στη Μητρόπολη. Δεν ήταν ακόμα γνωστός. Πήγε μια Κυριακή σε
χωριό στο Βόιο. Τέλειωσε η Λειτουργία. Βγήκε έξω και περίμενε κανένας να
τον μαζέψει για τον πάει στη Σιάτιστα. Αυτοκίνητο δεν είχε μέχρι που
πέθανε. Στάθηκε ένας με το αυτοκίνητό του, αυτός που μου τα διηγείται,
και του λέει. «Παπούλη που πας»; Λέει αυτός Σιάτιστα». «Και εγώ εκεί
πάω, αλλά έχω δίπλα μου τη γυναίκα μου. Πρέπει να στριμωχθούμε».
Του λέει ο Δεσπότης.
«Στην καρότσα με παίρνεις;
Λέει «Ναι».
Ανέβηκε στην καρότσα ο Δεσπότης. Φτάσαμε στη Σιάτιστα. Θέαμα. Έτρεξαν
άνθρωποι. Στάθηκαν μπροστά στον επίσκοπο. Τον βοήθησαν να κατέβει.
Χειροφιλήματα. Ρωτάει ο άνθρωπος.
«Ποιος είναι;»
«Ο Δεσπότης», τού λένε.
Αρχίζει να κλαίει. «Έβαλα», μου λέει, «τον Δεσπότη στην καρότσα κι άφησα
τη γυναίκα μου στο κάθισμα». Και τέτοια περιστατικά, Στέλιο πολλά. Αυτός ο Άγιος άφησε περιουσία στη Μητρόπολη. Τα μοναστήρια του….
Παπα-Γιώργης Μπετσάκος
Κοζάνη, 12 Μαρτίου 2006
***
Πολλοί Ιεράρχες τον πείραζαν και τον φώναζαν “ο Επίσκοπος των ΚΤΕΛ”.
Ο Άγιος Αντώνιος Σιατιστης τα τελευταία δέκα χρόνια τον εξυπηρετούσε ο Βάϊος…(καφετζής) με τον οποίο είχαν γίνει αχώριστοι.
3. Ο μοναχός Ο…ος από την σκήτη της Αγίας Άννης έβγαινε από το Άγιον Όρος κι είχε πολλά πράγματα για το λεωφορείο. Κι ενώ σκεπτόταν πως θα τα μεταφέρει, ξαφνικά παρουσιάστηκε ένας μοναχός μεγάλης ηλικίας κι άρπαξε κάποια για να τον βοηθήσει. Δεν πρόφτασε ν’ αρνηθεί και του είπε ότι δύο άτομα είναι καλύτερα από ένα. Φανταστείτε, όμως, την έκπληξή του όταν παρουσιάστηκε ένας λαϊκός και είπε στον ηλικιωμένο μοναχό:” Σεβασμιώτατε, αφήστε να τα κουβαλήσω εγώ “. Ο μοναχός έμεινε άναυδος και τον ρώτησε:” Ποιός επίσκοπος είστε;”.Τότε αυτός του είπε:” Είμαι ο Αντώνιος Σιατιστης “. Ο μοναχός εξεπλάγην και κατάλαβε ότι όσα λέγονταν γι’ αυτόν ήταν αληθινά.
4. Ο Γέροντας Γ… απ’ τις Καρυές του Αγίου Όρους μας εξιστόρησε ότι κατά την κοίμηση του, παρουσιάστηκε ο Άγιος Παΐσιος σε κάποιο πνευματικοπαίδι του και του είπε:” Είμαστε πολύ χαρούμενοι γιατί σήμερα στην ακολουθία μας περιμένουμε τον Επίσκοπο Σιατιστης Αντώνιο “ και συνέχισε λέγοντας πως “οι Ουρανοί είχαν να κάνουν τέτοια χαρά για την επιδημία επισκόπου από τότε που υποδέχτηκαν τον Επίσκοπο Πενταπολεως Νεκτάριο “.
Ο Άγιος Ιάκωβος (Τσαλίκης) της μονής του οσίου Δαυίδ του είπε σε μια του επίσκεψη: ” Σεβασμιώτατε, έχετε μεγάλη παρρησία στον Θεό, γιατί έχετε ταπείνωση “.
Ο πατήρ Ιωάννης Καλαϊδης
είπε σε κάποιον…” Εμείς εδώ έχουμε έναν Άγιο Επίσκοπο, τον Αντώνιο της
Σιατιστης. Είναι ένα πουλάκι ο οποίος επέλεξε εμένα τον αμαρτωλό σαν
πνευματικό του. Από την εξομολόγηση του σου λέω ότι είναι Άγιος. Τέτοια ταπείνωση. Μολονότι είναι Επίσκοπος, δεν υπάρχει όμοιός του σ’ όλη την Ελλάδα. “.
Επίσης επισκέπτονταν συχνά το γέροντα Αμβρόσιο στην Μονή Δαδίου Αμφίκλειας κι είχαν πολύ μεγάλη αγάπη μεταξύ τους. Ο γέροντας Αμβρόσιος είπε:” Εσείς έχετε εκεί πάνω τον Ήλιο της Μακεδονίας, τον Άγιο Σιατιστης Αντώνιο “.
Η Θεοδώρα Μπουμπλεκα, η
κόρη του παπά Γιάννη μας (Καλαϊδη) διηγείται:” Ο Σεβασμιώτατος Αντώνιος
έλεγε για τον πατέρα σε μένα:” Είναι ένας άλλος παπά- Νικόλαος Πλανάς…”.
Πολύ λυπήθηκε ο πατέρας για την αναχώρηση
του Αγίου φίλου του Αντωνίου στα Ουράνια σκηνώματα. Ο πατέρας μου, όμως,
τον είδε, και ο Σεβασμιώτατος του είπε να κάνει λίγο υπομονή και πως
σύντομα θα είναι μαζί του στον Ουρανό “.
Από το βιβλίο: πατήρ Ιωάννης Καλαϊδης, σελ.148, Αλεξανδρούπολη.
***
«Ἅγιε Γεώργη μου, νά μέ πᾶς στό σπίτι».
Τατιανή Σαββίδου
Η ἀείμνηστη Τατιανή Σαββίδου γεννήθηκε τό ἔτος 1905 στό Κάρς τῆς Μ. Ἀσίας. Ἡ οἰκογένειά της ἦταν πολυμελής καί ἐκ παραδόσεως πιστή καί εὐλαβής. Λόγῳ τοῦ Ρωσσοτουρκικοῦ πολέμου ἀναγκάστηκαν νά καταφύγουν στά μέρη τῆς Οὐκρανίας. Ἐκεῖ ἡ Τατιανή τελείωσε τό Δημοτικό σχολεῖο καί ἔμαθε ρωσσικά ἄπταιστα. Ὅταν ὅμως ἐπεκράτησαν οἱ κομμουνιστές, ἦλθε ἡ οἰκογένειά της στήν Ἑλλάδα τό ἔτος 1922. Ἡ Τατιανή ἦταν τότε περίπου 17 ἐτῶν. Ὁ πρῶτος τόπος πού στάθμευσαν ἦταν ἡ Μακρόνησος ὅπου τούς κράτησαν σέ «καραντίνα». Ἐκεῖ ἀπεβίωσαν οἱ γονεῖς της καί τά ἀδέλφια της. Αὐτή μέ τά δυό μεγαλύτερα ἀδέρφια πού ἐπέζησαν μετά ἀπό περιπέτειες δυό μηνῶν σέ διάφορα μέρη τῆς Ἑλλάδος, ἦρθαν στήν Πτολεμαΐδα. Παντρεύτηκε μέ τόν Ἡρακλῆ Σαββίδη καί ὕστερα ἐγκαταστάθηκαν μονίμως στήν Βέροια. Ἀπέκτησαν δέκα παιδιά ἐκ τῶν ὁποίων ἐπέζησαν τά πέντε.
Μέσα στό σκελετωμένο σῶμα της κρυβόταν μία ψυχή γεμάτη ἀπό τήν φλόγα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἦταν πλήρης πίστεως καί ἀγάπης πρός τόν Θεό. Ἔλεγε συχνά: «Ἀγαπῶ τόν Θεό». Παρακινοῦσε πάντοτε καί τούς γύρω της μέ τήν φράση τῆς ὑμνογραφίας: «Τέκνα, ἀγαπᾶτε τόν Θεόν καί μηδέν ἀνταλλάσσετε τῆς ἀγάπης αὐτοῦ».
Χαιρόταν ὅταν οἱ ἄνθρωποι τοῦ σπιτιοῦ της τήν ἀκολουθοῦσαν στήν πνευματική ζωή καί ὅταν ἔβλεπε τά παιδιά της ἀπό νωρίς στήν Ἐκκλησία. Τά εἶχε διαπαιδαγωγήσει ἔτσι ὥστε νά μή χάνουν τόν Ὄρθρο τῶν Κυριακῶν καί ἑορτῶν.
Ἡ Τατιανή ζοῦσε καί ἔβλεπε θεῖα γεγονότα μέσα στήν Λειτουργία. Κάποτε ὁ διάκονος τοῦ ἁγίου Γεωργίου καί τώρα ἐφημέριος στούς ἁγίους Ἀναργύρους π. Χρῆστος Βαρελᾶς διερωτᾶτο ἂν πράγματι, ὅταν ψέλνεται τό χερουβικό –«οἱ τά χερουβίμ μυστικῶς εἰκονίζοντες…»–παρίστανται ἀοράτως Ἄγγελοι στήν Ἁγία Τράπεζα. Ὁπότε μία φορά κατά τήν θεία Λειτουργία ἄκουσε πετάγματα Ἀγγέλων καί αἰσθάνθηκε ὅτι τόν χτύπησαν φτερά στήν πλάτη. Αὐτό τό διηγήθηκε στήν Τατιανή καί ἐκείνη τοῦ εἶπε: «Ἔ! π. Χρῆστο. Δέν ξέρεις ὅτι οἱ Ἅγιοι εἶναι γύρω μας; Ἐγώ πολλές φορές ἐδῶ στόν ἁη–Γιώργη ἔχω δεῖ καί Ἀγγέλους καί Ἁγίους».
Ἡ μεγάλη της χαρά ἦταν ἡ προσευχή. Ἔλεγε ὅτι κατά τήν προσευχή της αἰσθανόταν μέσα της σκιρτήματα θείας ἀγαλλιάσεως. Κουνώντας τό χέρι της ἄλλη φορά ἔλεγε: «Τί νά σᾶς πῶ, παιδιά μου; Τί λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος; “Τῇ προσευχῆ προσκαρτεροῦντες”. Καί ἐμεῖς δέν πρέπει νά εἴμαστε ράθυμοι καί ὀκνηροί στήν προσευχή, νά μήν κουραζώμαστε εὔκολα.
Προσευχόταν νοερῶς, ἐπεκαλεῖτο πολλούς Ἁγίους καί ἔκανε παρακλήσεις καί ὅλες τίς Ἀκολουθίες. Αὐτό τό τυπικό της τό κράτησε καί στήν Κατοχή. Μία νύχτα, τότε πού ἦταν φόβος καί κίνδυνος νά κυκλοφορῆς ἔξω στούς δρόμους, ἡ κυρα–Τατιανή φεύγοντας ἀπό τό ναό γιά τό σπίτι της εἶπε στόν ἅγιο Γεώργιο: «Ἅγιε Γεώργη μου, νά μέ πᾶς στό σπίτι». Ἐνῶ βάδιζε ἄκουγε δίπλα της βήματα ἀλόγου. Μόλις ἔφθασε σπίτι της ἄκουσε ἀπό τόν ἀόρατο συνοδό της νά λέη: «Καληνύχτα». Τότε κατάλαβε ὅτι ἦταν ὁ ἅγιος Γεώργιος πού τήν συνώδευσε μέχρι τό σπίτι της.
Ὁ παπα–Χρῆστος ὁ Βαρελᾶς συζητοῦσε κάποτε μέ ἕνα στρατιωτικό. Ρωτοῦσε ὁ ἀξιωματικός: «Ἄραγε ὑπάρχουν σήμερα Χριστιανοί πού προσεύχονται τή νύχτα καί κάνουν ἀγρυπνία;». Τοῦ ἀπαντᾶ ὁ παπα–Χρῆστος: «Ὑπάρχουν». Τόν φέρνει νύχτα στό ναό, ἀνοίγει τήν πόρτα τῆς Ἐκκλησίας καί φωνάζει: «Κυρα–Τατιανή!» καί ἀκούει φωνή: «Παπα–Χρῆστο ἐσύ εἶσαι;». Τότε λέγει ὁ ἀξιωματικός: «Δόξα σοι, ὁ Θεός. Ἂς ὑπάρχη καί ἕνας Χριστιανός νά νυχτερεύη (ἀγρυπνῆ)!».
Κάποτε ἡ Τατιανή καθάριζε μέχρι ἀργά τό ναό τοῦ ἁγίου Γεωργίου. Ἦταν πολύ κουρασμένη, τόσο πού ἀδυνατοῦσε νά ἐπιστρέψη στό σπίτι της. Ὅπως ἦταν ἐξαντλημένη παρεκάλεσε τήν Παναγία στίς 4 τή νύχτα νά τήν ξυπνήση γιά νά πάη στό σπίτι της καί νά ξανάρθη γιά τή θεία Λειτουργία καί ἀποκοιμήθηκε μπροστά στήν εἰκόνα της. Πράγματι ἐμφανίστηκε ἕνας νέος μέσα στό μισο- σκόταδο καί τῆς εἶπε: «Τατιανή ξύπνα, ἡ ὥρα εἶναι τέσσερις».
Κάποιος ἱερέας πού λειτουργοῦσε στό ναό εἶχε ἕνα πολυχρόνιο σοβαρότατο πρόβλημα. Πίστευε ὅτι δέν θά ξεπεραστῆ ποτέ. Ἕνα πρωϊνό πού πῆγε νά λειτουργήση καί βρῆκε τήν Τατιανή στό ναό τῆς ἐκμυστηρεύτηκε τό πρόβλημά του. Τότε αὐτή μέ θαυμαστή ἀποφασιστικότητα τοῦ εἶπε: «Πάτερ, μπές ἐσύ στό Ἱερό νά λειτουργήσης, ἐγώ θά καθήσω στό ναό καί ὁ ἅγιος Γεώργιος θά στέκεται ἔξω στήν πόρτα καί ὅλα θά λυθοῦν». Ὄντως μόλις τελείωσε, τό μεγάλο πρόβλημά του εἶχε λυθῆ καί ὁ ἴδιος ἦταν πολύ χαρούμενος. Ἔκτοτε ὅταν ἔχη δυσκολίες στήν ζωή του βγάζει μερίδα στήν προσκομιδή γιά τήν Τατιανή καί τήν παρακαλᾶ νά βοηθήση μέ τίς προσευχές της πρός τόν Κύριο.
Ἡ Τατιανή πάντοτε ζοῦσε τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ στή ζωή της, ἀνέπνεε Χριστόν, ὁ ὁποῖος τῆς φανέρωνε πολλά θαυμαστά.
Κάποτε ὁ γυιός της πού ἐργαζόταν στό χωριό Ἀγκαθιά, τό ἔτος 1972 τῆς πρότεινε νά τήν πάρη μαζί του γιά νά προσκυνήση στό Μοναστήρι τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου. Πέταξε ἀπό τήν χαρά της. Πῆγαν καί συμφώνησαν μέ τόν φύλακα νά τήν κλειδώσουν μέσα στό ναό μέχρι τίς 2 μ.μ. Τότε τελείωσε τήν ἐργασία του ὁ γυιός της καί πῆγε νά παραλάβη τήν μητέρα του. Τήν βρῆκε κοντά στό Ἱερό νά προσεύχεται συνεπαρμένη. Τήν διέκοψε λέγοντάς της ὅτι φεύγουν καί αὐτή τόν ρώτησε:
‒Μέσα ἐδῶ ἐκτός ἀπό μένα ὑπάρχει κανείς ἄλλος;
‒Ὄχι, μητέρα.
‒Ἔ, λοιπόν ἐνῶ προσευχόμουν ἐδῶ, ἔρχεται ἕνας ἱερέας πού θυμιάτιζε τό ναό καί ἦρθε νά θυμιατίση καί μένα. Τόν ἴδιο τόν ἱερέα σάν νά μήν τόν ἔβλεπα ὁλόσωμο, ἀλλά ἔβλεπα τό θυμιατό νά κουνιέται μέ τά κουδουνάκια καί αἰσθανόμουν τήν εὐωδία τοῦ θυμιάματος.
Λίγες μέρες πρίν νά κοιμηθῆ κατάλαβε ὅτι πλησιάζει τό τέλος της καί εἶπε στήν μεγάλη της ἐγγονή: «Ἡ ὑπογραφή (γιά τήν ἀναχώρησή μου) μπῆκε. Τό αἰσθάνθηκα καθαρά». Κάλεσε τότε καί τόν εὐλαβέστατο ἱεροψάλτη τοῦ ἁγίου Γεωργίου κ.Κουτσιμανῆν Ἰωάννην καί τοῦ εἶπε: «Ἐγώ Χριστούγεννα θά κάνω στόν οὐρανό, ὄχι ἐδῶ. Δέν θά τά προλάβω». Τόν παρακάλεσε καί τῆς ἔψαλλε ὅλη τήν ἀκολουθία τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων, ἡ ὁποία διήρκησε περίπου διόμιση ὧρες, δημιουργήθηκε μιά πνευματική ἀτμόσφαιρα καί χάρηκε ἡ Τατιανή.
Εἶχε φέρει ἀπό τήν Ρωσσία δυό–τρεῖς εἰκόνες. Ἡ μία ἀπ᾿ αὐτές ἦταν μόνο τό ξύλο. Ὄχι μόνο δέν φαινόταν ὁ εἰκονιζόμενος Ἅγιος ἀλλά εἶχαν φύγει τελείως καί τά χρώματα. Λίγες ὧρες πρίν φύγει γιά τό οὐράνιο ταξίδι της, ἡ Τατιανή ἀξιώθηκε νά δῆ τήν εἰκόνα αὐτή στήν ἀρχική της κατάσταση μέ τήν παράσταση τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὅπως τήν ἔκανε ὁ Ἁγιογράφος.
Τά τέλη τῆς Τατιανῆς ἦταν εἰρηνικά. Παρέδωσε τό πνεῦμα της στόν Κύριο προσευχόμενη τήν 17η Δεκεμβρίου τοῦ ἔτους 1987 καί ἐκηδεύθη τήν ἑπομένη ἡμέρα μέ τήν συμμετοχή πλήθους ἀνθρώπων…
Απόσπασμα από το βιβλίο “Ασκητές μέσα στον κόσμο”, 2013, Ιερό Ησυχαστήριο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, Α’ Τόμος, σελ. 170-.
Πάτερ, ετοιμάσου να γίνης Δεσπότης…. Ο άγιος Νεκτάριος προαναγγέλλει την εκλογή του αγίου επισκόπου Σιατίστης Αντωνίου – Γερόντισσα Σαλώμη εκ Θέρμου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου