Δευτέρα 18 Δεκεμβρίου 2023

Ήταν Άγιος. Ζούσε άγια. Ακτινοβολούσε φως…. Απλός σ’ όλα του. Φτωχός μέχρι τρέλας. Επίσκοπος Σισανίου και Σιατίστης π. Αντώνιος Κόμπος.


Γέννηση του Ιησού Χριστού_ Рождество Христово_ Nativity of Christ-icon112252_2998137992413748608_n 

Τῇ ΙΖ΄ (17ῃ) τοῦ μηνὸς Δεκεμβρίου, κοίμησις τοῦ ὁσί­ου πατρὸς ἡμῶν Ἀντωνίου (Κόμπου) τοῦ ἁπλοῦ καὶ ταπεινοῦ, ἐπισκόπου Σισανίου καὶ Σιατίστης (2005). 
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ κοίμησις τῆς δικαίας Τατιανῆς (Σαββίδου) ἐκ Καρς τῆς Μ. σίας καὶ ἐν Βερροίᾳ ὁσιακῶς τελειωθεῖσα (1987).

Ο Μακαριστός Επίσκοπος Σισανίου και Σιατίστης π. Αντώνιος Κόμπος

Αντώνιος Σιατίστης –Κόμπος- Antonios (Kompos) of Sisanion and Siastista_ Metropolitan Antonios of Siastista_ 6Ο Επίσκοπος Αντώνιος ήταν τόσο ταπεινός που όχι μόνο άλλος Δεσπότης, αλλά ούτε κληρικός είναι εύκολο να βρεθή σαν αυτόν. 

Τα πρώτα χρόνια δεν είχε ούτε εγκόλπιο ούτε μπαστούνι Δεσποτικό. Είχε μόνο ένα απλό ξύλινο, αλλά χωρίς ασημένια λαβή. Μανδύα πήρε δανεικό για την ενθρόνισή του. Ποτέ του άλλη φορά δεν φόρεσε μανδύα στην Μητρόπολή του. Κάποτε ήταν καλεσμένος στο Άγιον Όρος, στην πανήγυρη της Φιλοθέου. Του φόρεσαν τον μανδύα και τον ανέβασαν στον θρόνο. Πήγαιναν οι Πατέρες να πάρουν ευχή και ο Δεσπότης εστέκετο αλύγιστος με το κεφάλι ψηλά, ούτε τους κοίταζε. Τον είδε ο παπα-Στέφανος (Ρήνος) και διερωτήθηκε: «Τόσο πολύ καμαρώνει ο Δεσπότης που του φόρεσαν μανδύα; Αποκλείεται, κάτι συμβαίνει». Τον ρώτησε αν είναι καλά και απάντησε:
– Στέφανέ μου, πνίγομαι, πνίγομαι. Αυτό το σαμάρι που με φόρεσαν δεν μπορώ να το σηκώσω, είναι βαρύ.
– Σεβασμιώτατε, μήπως το πατάτε;
– Δεν ξέρω.
Πράγματι το πατούσε και όταν τακτοποιήθηκε, πήρε την συνηθισμένη του ταπεινή στάση με το κεφάλι σκυφτό.
Ιματισμόν και χρυσίον” δεν επεθύμησε ποτέ του. Φορούσε φανέλλες που είχε από στρατιώτης, και παντελόνια έγχρωμα τριμμένα. Τα πουκάμισά του ξεφτισμένα. Τρυπούσαν τα ρούχα του, τα μπάλωναν και τα φορούσε. Του έδιναν καινούργια ρούχα, ράσα, υφάσματα, αλλά τα χάριζε σε άλλους και αυτός έμενε με τα παλαιά πάντα.
Είχε και μία τσαντούλα από ιεροκήρυκας. Ήταν ξύλινη, κόπηκε το χερούλι της και χάλασε η κλειδαριά της. Την έκλεινε με μία παραμάνα και την κουβαλούσε στην μασχάλη του. Του αγόραζαν καινούργιες, τις έπαιρνε, τους ευχαριστούσε και τις έδινε σε φτωχούς. Έτσι έμενε ο ίδιος απλός, ταπεινός, φτωχός Επίσκοπος, μη αλλοιούμενος από τις τιμές και ανώτερος χρημάτων και κτημάτων.
Είχε μία μίτρα, την πιο φθηνή που υπήρχε και την φορούσε μόνο Χριστούγεννα, Πάσχα και τον Δεκαπενταύγουστο. Τα άμφιά του ήταν κυρίως «ευλογίες» από κοιμηθέντες ιεράρχες. Η αρχιερατική του στολή δεν ήταν ενιαία, αλλά άλλου χρώματος το κάθε μέρος της στολής.
«Τι να τα κάνω τα πολυτελή άμφια; Να μαλώνουν ποιος θα τα πάρη όταν πεθάνω;», είπε σε γνωστό του. 
Δεν άφηνε να του ψάλλουν την φήμη του στην Λειτουργία. Προλάβαινε, έβγαινε στην Ωραία Πύλη και έλεγε: «Τον Απόστολο, τον Απόστολο». Ήταν Επίσκοπος χωρίς «φήμη», αλλά φημισμένος για την αρετή του, χωρίς αυτοκίνητο και χωρίς τα διακριτικά του αξιώματός του αλλά διακεκριμένος για την αρετή του…
Κάποια χρονιά που έκανε την Αποκαθήλωση στο χωριό Δρυοβουνο στην ύπαιθρο πάνω σε ένα λόφο, όταν πήγε να μιλήσει, του πρότεινε ένας ιερέας να του βάλλει μια “ψείρα ” (ένα μικροφωνακι), για να ακούγεται. Ο Δεσπότης παραξενευτηκε και είπε στον ιερέα:” Δεν είσαι στα καλά σου “. Μετά το κήρυγμα λέει στον παπά- Στέφανο:” Αυτός ο παπάς είναι τρελλός. Πήγα να μιλήσω και ήρθε να μου βάλλει μια ψείρα “. Όταν του εξήγησαν , παραδέχθηκε ότι δεν ξέρει από τέτοια πράγματα. Ήταν απλός, άκακος και απονηρευτος, χωρίς φθόνο και ζήλο για τα χαρίσματα των άλλων
Από το βιβλίο: Ασκητές μέσα στον κόσμο, τ. Β’, Άγιον Όρος 2012, σελ. 319

***

Επίσκοπος Σισανίου και Σιατίστης π. Αντώνιος: “Είχα δει σε ενύπνιο τον μακαριστό αρχιεπίσκοπο Σεραφείμ, με μια εξαστράπτουσα αρχιερατική στολή, να υπερίπτανται στον ουρανό και ομολογώ ξαφνιάστηκα, και τον ρώτησα:
– Μακαριωτατε, πως έγινε αυτό;
-Παιδί μου, εγώ δεν ήμουν άξιος, αλλά επειδή αγαπούσα υπερβολικά την Εκκλησία και ήμουν πάντα κατά του Πάπα και έκαμα ό,τι μπορούσα για να προστατεύσω την Εκκλησία μας…, γι’ αυτό παιδί μου!”
Όσιος Πορφύριος ο προφήτης, Μαρτυρίες τόμος Β’, σελ 319, κελλί Αγίων Θεοδώρων, Άγιον Όρος.

***

Μαρτυρία π. Γεωργίου Μπετσάκου: “…Εκείνο πού θά ήθελα να σε βεβαιώσω είναι ότι αυτός ο άνθρωπος ήταν Άγιος. Ζούσε άγια. Είκοσι χρόνια που τον έζησα από κοντά το έβλεπα, το ένοιωθα. Ακτινοβολούσε φως, γέλιο, ήρεμο. Απλός σ’ όλα του. Φτωχός μέχρι τρέλας. Λιτός απερίγραπτα.

Ντρέπομαι όταν αναλογίζομαι το πόσες φορές λειτούργησα μαζί του κι εγώ φορούσα στολές πλούσιες κι αυτός ήταν πλάι μας φτωχότατος.

Θα σου πω κάτι για να θαυμάσεις πάνω σ’ αυτό. Αγόρασα μια βαλίτσα, κάποτε, για τις στολές μου όταν μετακινούμουνα. Δερμάτινη. Ήλθε λοιπόν στην Εκκλησία, ως τοποτηρητής. Είχε μια βαλίτσα ξύλινη – εσωτερικά επενδυμένη με ταπετσαρία χάρτινη, σαν κι αυτές που έχουν κάτι λαϊκά μπαούλα.
Ντράπηκα. Παπάς εγώ. Δεσπότης αυτός.
Του λέω, «Γέροντα δεν πάει άλλο. Θα πάρετε τη βαλίτσα τη δική μου».
Επαναστάτησε. «Όχι» μου λέει, «εσύ είσαι οικογενειάρχης, έχεις παιδιά και άλλα τέτοια». Τελικά την πήρε. Ύστερα από μέρες μου τηλεφώνησε. «Έλα να πάμε να λειτουργήσουμε σε κάποια κωμόπολη». Πάω, τι να δω. Η ξύλινη βαλίτσα. «Πάλι τα ίδια» του λέω. «Παιδάκι μου, μου λέει, «έπιασε τόπο, την έδωσα σε μια φτωχιά».

Πήγαμε, κάποτε με του δικούς μου στη Σιάτιστα να τον επισκεφθούμε. Και τι να δούμε: Σφουγγάριζε τις σκάλες της Μητρόπολης. «Αυτά τα λεφτά που θα ’δινα σε μια γυναίκα τα βάζω στο φιλόπτωχο – κι ύστερα μη ξεχνάτε πως αν ήμουνα στο μοναστήρι θα έκανα κάποιο διακόνημα ».

Μου διηγήθηκε κάποιος: 

Ήταν ο πρώτος καιρός που είχε έλθει στη Μητρόπολη. Δεν ήταν ακόμα γνωστός. Πήγε μια Κυριακή σε χωριό στο Βόιο. Τέλειωσε η Λειτουργία. Βγήκε έξω και περίμενε κανένας να τον μαζέψει για τον πάει στη Σιάτιστα. Αυτοκίνητο δεν είχε μέχρι που πέθανε. Στάθηκε ένας με το αυτοκίνητό του, αυτός που μου τα διηγείται, και του λέει. «Παπούλη που πας»; Λέει αυτός Σιάτιστα». «Και εγώ εκεί πάω, αλλά έχω δίπλα μου τη γυναίκα μου. Πρέπει να στριμωχθούμε».
Του λέει ο Δεσπότης.
«Στην καρότσα με παίρνεις; 
Λέει «Ναι».
Ανέβηκε στην καρότσα ο Δεσπότης. Φτάσαμε στη Σιάτιστα. Θέαμα. Έτρεξαν άνθρωποι. Στάθηκαν μπροστά στον επίσκοπο. Τον βοήθησαν να κατέβει. Χειροφιλήματα. Ρωτάει ο άνθρωπος.
«Ποιος είναι;»
«Ο Δεσπότης», τού λένε.
Αρχίζει να κλαίει. «Έβαλα», μου λέει, «τον Δεσπότη στην καρότσα κι άφησα τη γυναίκα μου στο κάθισμα». Και τέτοια περιστατικά, Στέλιο πολλά. Αυτός ο Άγιος άφησε περιουσία στη Μητρόπολη. Τα μοναστήρια του….
Παπα-Γιώργης Μπετσάκος
Κοζάνη, 12 Μαρτίου 2006

***

Πολλοί Ιεράρχες τον πείραζαν και τον φώναζαν “ο Επίσκοπος των ΚΤΕΛ”.

Ο Άγιος Αντώνιος Σιατιστης τα τελευταία δέκα χρόνια τον εξυπηρετούσε ο Βάϊος…(καφετζής) με τον οποίο είχαν γίνει αχώριστοι.

3. Ο μοναχός Ο…ος από την σκήτη της Αγίας Άννης έβγαινε από το Άγιον Όρος κι είχε πολλά πράγματα για το λεωφορείο. Κι ενώ σκεπτόταν πως θα τα μεταφέρει, ξαφνικά παρουσιάστηκε ένας μοναχός μεγάλης ηλικίας κι άρπαξε κάποια για να τον βοηθήσει. Δεν πρόφτασε ν’ αρνηθεί και του είπε ότι δύο άτομα είναι καλύτερα από ένα. Φανταστείτε, όμως, την έκπληξή του όταν παρουσιάστηκε ένας λαϊκός και είπε στον ηλικιωμένο μοναχό:” Σεβασμιώτατε, αφήστε να τα κουβαλήσω εγώ “. Ο μοναχός έμεινε άναυδος και τον ρώτησε:” Ποιός επίσκοπος είστε;”.Τότε αυτός του είπε:” Είμαι ο Αντώνιος Σιατιστης “. Ο μοναχός εξεπλάγην και κατάλαβε ότι όσα λέγονταν γι’ αυτόν ήταν αληθινά.

4. Ο Γέροντας Γ… απ’ τις Καρυές του Αγίου Όρους μας εξιστόρησε ότι κατά την κοίμηση του, παρουσιάστηκε ο Άγιος Παΐσιος σε κάποιο πνευματικοπαίδι του και του είπε:” Είμαστε πολύ χαρούμενοι γιατί σήμερα στην ακολουθία μας περιμένουμε τον Επίσκοπο Σιατιστης Αντώνιο “ και συνέχισε λέγοντας πως “οι Ουρανοί είχαν να κάνουν τέτοια χαρά για την επιδημία επισκόπου από τότε που υποδέχτηκαν τον Επίσκοπο Πενταπολεως Νεκτάριο “.

Ο Άγιος Ιάκωβος (Τσαλίκης) της μονής του οσίου Δαυίδ του είπε σε μια του επίσκεψη: ” Σεβασμιώτατε, έχετε μεγάλη παρρησία στον Θεό, γιατί έχετε ταπείνωση “.
Ο πατήρ Ιωάννης Καλαϊδης είπε σε κάποιον…” Εμείς εδώ έχουμε έναν Άγιο Επίσκοπο, τον Αντώνιο της Σιατιστης. Είναι ένα πουλάκι ο οποίος επέλεξε εμένα τον αμαρτωλό σαν πνευματικό του. Από την εξομολόγηση του σου λέω ότι είναι Άγιος. Τέτοια ταπείνωση. Μολονότι είναι Επίσκοπος, δεν υπάρχει όμοιός του σ’ όλη την Ελλάδα. “.
Επίσης επισκέπτονταν συχνά το γέροντα Αμβρόσιο στην Μονή Δαδίου Αμφίκλειας κι είχαν πολύ μεγάλη αγάπη μεταξύ τους. Ο γέροντας Αμβρόσιος είπε:” Εσείς έχετε εκεί πάνω τον Ήλιο της Μακεδονίας, τον Άγιο Σιατιστης Αντώνιο “.
Η Θεοδώρα Μπουμπλεκα, η κόρη του παπά Γιάννη μας (Καλαϊδη) διηγείται:” Ο Σεβασμιώτατος Αντώνιος έλεγε για τον πατέρα σε μένα:” Είναι ένας άλλος παπά- Νικόλαος Πλανάς…”.
Πολύ λυπήθηκε ο πατέρας για την αναχώρηση του Αγίου φίλου του Αντωνίου στα Ουράνια σκηνώματα. Ο πατέρας μου, όμως, τον είδε, και ο Σεβασμιώτατος του είπε να κάνει λίγο υπομονή και πως σύντομα θα είναι μαζί του στον Ουρανό “.
 Από το βιβλίο: πατήρ Ιωάννης Καλαϊδης, σελ.148, Αλεξανδρούπολη.

***

«Ἅγιε Γε­ώρ­γη μου, νά μέ πᾶς στό σπί­τι».
Τα­τια­νή Σαβ­βί­δου

 Η ἀ­εί­μνη­στη Τα­τια­νή Σαβ­βί­δου γεν­νή­θηκε τό ἔ­τος 1905 στό Κάρς τῆς Μ. Ἀ­σί­ας. Ἡ οἰ­κο­γέ­νειά της ἦ­ταν πο­λυ­με­λής καί ἐκ πα­ρα­δό­σε­ως πι­στή καί εὐ­λα­βής. Λό­γῳ τοῦ Ρωσ­σοτουρ­κι­κοῦ πο­λέ­μου ἀ­να­γκά­στη­καν νά κα­τα­φύ­γουν στά μέ­ρη τῆς Οὐ­κρα­νί­ας. Ἐ­κεῖ ἡ Τα­τια­νή τε­λεί­ω­σε τό Δη­μο­τι­κό σχο­λεῖ­ο καί ἔ­μα­θε ρωσ­σι­κά ἄ­πται­στα. Ὅ­ταν ὅ­μως ἐ­πε­κρά­τη­σαν οἱ κομ­μου­νι­στές, ἦλ­θε ἡ οἰ­κο­γέ­νειά της στήν Ἑλ­λά­δα τό ἔ­τος 1922. Ἡ Τα­τια­νή ἦ­ταν τό­τε πε­ρί­που 17 ἐ­τῶν. Ὁ πρῶ­τος τό­πος πού στάθ­μευ­σαν ἦ­ταν ἡ Μα­κρό­νη­σος ὅ­που τούς κρά­τη­σαν σέ «κα­ραντί­να». Ἐ­κεῖ ἀ­πε­βί­ω­σαν οἱ γο­νεῖς της καί τά ἀ­δέλ­φια της. Αὐ­τή μέ τά δυ­ό με­γα­λύ­τε­ρα ἀ­δέρ­φια πού ἐ­πέ­ζη­σαν με­τά ἀ­πό πε­ρι­πέ­τει­ες δυό μη­νῶν σέ διά­φο­ρα μέ­ρη τῆς Ἑλ­λά­δος, ἦρ­θαν στήν Πτο­λε­μα­ΐ­δα. Παντρεύ­τη­κε μέ τόν Ἡ­ρα­κλῆ Σαβ­βί­δη καί ὕ­στε­ρα ἐγ­κα­τα­στά­θη­καν μο­νί­μως στήν Βέ­ροι­α. Ἀ­πέ­κτη­σαν δέ­κα παι­διά ἐκ τῶν ὁ­ποί­ων ἐ­πέ­ζη­σαν τά πέντε.

 Μέ­σα στό σκε­λε­τω­μέ­νο σῶ­μα της κρυ­βό­ταν μί­α ψυ­χή γε­μά­τη ἀ­πό τήν φλό­γα τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος. Ἦ­ταν πλή­ρης πί­στε­ως καί ἀ­γά­πης πρός τόν Θε­ό. Ἔ­λε­γε συ­χνά: «Ἀ­γα­πῶ τόν Θε­ό». Πα­ρα­κι­νοῦ­σε πά­ντο­τε καί τούς γύ­ρω της μέ τήν φρά­ση τῆς ὑμνο­γρα­φίας: «Τέ­κνα, ἀ­γα­πᾶ­τε τόν Θε­όν καί μη­δέν ἀνταλ­λά­σσε­τε τῆς ἀ­γά­πης αὐ­τοῦ».

Χαι­ρό­ταν ὅ­ταν οἱ ἄν­θρω­ποι τοῦ σπι­τιοῦ της τήν ἀ­κο­λου­θοῦ­σαν στήν πνευ­μα­τι­κή ζω­ή καί ὅ­ταν ἔβλε­πε τά παι­διά της ἀ­πό νω­ρίς στήν Ἐκ­κλη­σί­α. Τά εἶ­χε δι­α­παι­δα­γω­γή­σει ἔτσι ὥ­στε νά μή χά­νουν τόν Ὄρ­θρο τῶν Κυ­ρια­κῶν καί ἑ­ορ­τῶν.

  Τα­τια­νή ζοῦ­σε καί ἔ­βλε­πε θεῖ­α γε­γο­νό­τα μέ­σα στήν Λει­τουρ­γί­α. Κά­πο­τε ὁ δι­ά­κο­νος τοῦ ἁ­γί­ου Γε­ωρ­γί­ου καί τώ­ρα ἐ­φη­μέ­ριος στούς ἁ­γί­ους Ἀ­ναρ­γύ­ρους π. Χρῆ­στος Βα­ρε­λᾶς δι­ε­ρω­τᾶ­το ἂν πράγ­μα­τι, ὅ­ταν ψέλ­νε­ται τό χε­ρου­βι­κό –«οἱ τά χε­ρου­βίμ μυ­στι­κῶς εἰ­κο­νί­ζοντες…»–πα­ρί­στανται ἀ­ο­ρά­τως Ἄγ­γε­λοι στήν Ἁ­γί­α Τρά­πε­ζα. Ὁ­πό­τε μί­α φο­ρά κα­τά τήν θεία Λει­τουρ­γί­α ἄ­κου­σε πε­τάγ­μα­τα Ἀγ­γέ­λων καί αἰ­σθάν­θη­κε ὅ­τι τόν χτύ­πη­σαν φτε­ρά στήν πλά­τη. Αὐ­τό τό δι­η­γή­θη­κε στήν Τα­τια­νή καί ἐ­κεί­νη τοῦ εἶ­πε: «Ἔ! π. Χρῆ­στο. Δέν ξέ­ρεις ὅ­τι οἱ Ἅ­γιοι εἶ­ναι γύ­ρω μας; Ἐ­γώ πολ­λές φο­ρές ἐ­δῶ στόν ἁ­η–Γι­ώρ­γη ἔ­χω δεῖ καί Ἀγ­γέ­λους καί Ἁ­γί­ους».

Ἡ με­γά­λη της χα­ρά ἦ­ταν ἡ προ­σευ­χή. Ἔ­λε­γε ὅτι κα­τά τήν προ­σευ­χή της αἰ­σθα­νό­ταν μέ­σα της σκιρ­τή­μα­τα θεί­ας ἀ­γαλ­λι­ά­σε­ως. Κου­νώντας τό χέ­ρι της ἄλ­λη φο­ρά ἔ­λε­γε: «Τί νά σᾶς πῶ, παι­διά μου; Τί λέ­γει ὁ Ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος; “Τῇ προ­σευ­χῆ προ­σκαρ­τε­ροῦν­τες”. Καί ἐ­μεῖς δέν πρέ­πει νά εἴ­μα­στε ρά­θυ­μοι καί ὀ­κνη­ροί στήν προ­σευ­χή, νά μήν κου­ρα­ζώ­μα­στε εὔ­κο­λα. 

­ Γεώργιος ο Τροπαιοφόρος _Saint George the Trophy-bearer_ Святой Георгий Победоносец_წმინდა გიორგი გმირავს_8384472164_644d7f_oΠρο­σευ­χό­ταν νο­ε­ρῶς, ἐπε­κα­λεῖ­το πολ­λούς Ἁ­γί­ους καί ἔ­κα­νε πα­ρα­κλή­σεις καί ὅ­λες τίς Ἀ­κο­λου­θί­ες. Αὐ­τό τό τυ­πι­κό της τό κρά­τη­σε καί στήν Κα­το­χή. Μία νύ­χτα, τό­τε πού ἦ­ταν φό­βος καί κίν­δυ­νος νά κυ­κλο­φο­ρῆς ἔξω στούς δρό­μους, ἡ κυ­ρα–Τα­τια­νή φεύ­γο­ντας ἀπό τό ναό γιά τό σπί­τι της εἶ­πε στόν ἅγιο Γε­ώρ­γιο: «Ἅγιε Γε­ώρ­γη μου, νά μέ πᾶς στό σπί­τι». Ἐνῶ βά­δι­ζε ἄκου­γε δί­πλα της βή­μα­τα ἀλό­γου. Μό­λις ἔφθα­σε σπί­τι της ἄκου­σε ἀπό τόν ἀό­ρα­το συ­νο­δό της νά λέ­η: «Κα­λη­νύ­χτα». Τό­τε κα­τά­λα­βε ὅτι ἦταν ὁ ἅγιος Γε­ώρ­γιος πού τήν συ­νώ­δευ­σε μέ­χρι τό σπί­τι της.

Ὁ πα­πα–Χρῆ­στος ὁ Βα­ρε­λᾶς συ­ζη­τοῦ­σε κά­πο­τε μέ ἕ­να στρα­τι­ω­τι­κό. Ρω­τοῦ­σε ὁ ἀξι­ω­μα­τι­κός: «Ἄ­ρα­γε ὑ­πάρ­χουν σή­με­ρα Χρι­στια­νοί πού προ­σεύ­χον­ται τή νύ­χτα καί κά­νουν ἀ­γρυ­πνί­α;». Τοῦ ἀ­παν­τᾶ ὁ πα­πα–Χρῆ­στος: «Ὑ­πάρ­χουν». Τόν φέρ­νει νύ­χτα στό να­ό, ἀ­νοί­γει τήν πόρ­τα τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας καί φω­νά­ζει: «Κυ­ρα–Τα­τια­νή!» καί ἀ­κού­ει φω­νή: «Πα­πα–Χρῆ­στο ἐ­σύ εἶ­σαι;». Τό­τε λέ­γει ὁ ἀ­ξι­ω­μα­τι­κός: «Δό­ξα σοι, ὁ Θε­ός. Ἂς ὑ­πάρ­χη καί ἕ­νας Χρι­στια­νός νά νυ­χτε­ρεύ­η (ἀ­γρυ­πνῆ)!».

Κάποτε ἡ Τατιανή καθάριζε μέχρι ἀργά τό ναό τοῦ ἁγίου Γεωργίου. Ἦταν πολύ κουρασμένη, τόσο πού ἀδυνατοῦσε νά ἐπιστρέψη στό σπίτι της. Ὅπως ἦταν ἐξαντλημένη παρεκάλεσε τήν Παναγία στίς 4 τή νύχτα νά τήν ξυπνήση γιά νά πάη στό σπίτι της καί νά ξανάρθη γιά τή θεία Λειτουργία καί ἀποκοιμήθηκε μπροστά στήν εἰκόνα της. Πράγματι ἐμφανίστηκε ἕνας νέος μέσα στό μισο- σκόταδο καί τῆς εἶπε: «Τατιανή ξύπνα, ἡ ὥρα εἶναι τέσσερις».

Κάποιος ἱερέας πού λειτουργοῦσε στό ναό εἶχε ἕνα πολυχρόνιο σοβαρότατο πρόβλημα. Πίστευε ὅτι δέν θά ξεπεραστῆ ποτέ. Ἕνα πρωϊνό πού πῆγε νά λειτουργήση καί βρῆκε τήν Τατιανή στό ναό τῆς ἐκμυστηρεύτηκε τό πρόβλημά του. Τότε αὐτή μέ θαυμαστή ἀποφασιστικότητα τοῦ εἶπε: «Πάτερ, μπές ἐσύ στό Ἱερό νά λειτουργήσης, ἐγώ θά καθήσω στό ναό καί ὁ ἅγιος Γεώργιος θά στέκεται ἔξω στήν πόρτα καί ὅλα θά λυθοῦν». Ὄντως μόλις τελείωσε, τό μεγάλο πρόβλημά του εἶχε λυθῆ καί ὁ ἴδιος ἦταν πολύ χαρούμενος. Ἔκτοτε ὅταν ἔχη δυσκολίες στήν ζωή του βγάζει μερίδα στήν προσκομιδή γιά τήν Τατιανή καί τήν παρακαλᾶ νά βοηθήση μέ τίς προσευχές της πρός τόν Κύριο.

  Τατιανή πάντοτε ζοῦσε τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ στή ζωή της, ἀνέπνεε Χριστόν, ὁ ὁποῖος τῆς φανέρωνε πολλά θαυμαστά.

  Κάποτε ὁ γυιός της πού ἐργαζόταν στό χωριό Ἀγκαθιά, τό ἔτος 1972 τῆς πρότεινε νά τήν πάρη μαζί του γιά νά προσκυνήση στό Μοναστήρι τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου. Πέταξε ἀ­πό τήν χα­ρά της. Πῆγαν καί συμ­φώ­νη­σαν μέ τόν φύ­λα­κα νά τήν κλει­δώ­σουν μέ­σα στό ναό μέ­χρι τίς 2 μ.μ. Τότε τε­λε­ί­ω­σε τήν ἐρ­γα­σί­α του ὁ γυι­ός της καί πῆ­γε νά πα­ρα­λά­βη τήν μη­τέ­ρα του. Τήν βρῆ­κε κοντά στό Ἱερό νά προσεύχεται συνεπαρμένη. Τήν διέκοψε λέγοντάς της ὅτι φεύγουν καί αὐτή τόν ρώτησε:

‒Μέσα ἐδῶ ἐκτός ἀπό μένα ὑπάρχει κανείς ἄλλος;

‒Ὄχι, μητέρα.

‒Ἔ, λοιπόν ἐνῶ προσευχόμουν ἐδῶ, ἔρχεται ἕνας ἱερέας πού θυμιάτιζε τό ναό καί ἦρθε νά θυμιατίση καί μένα. Τόν ἴδιο τόν ἱερέα σάν νά μήν τόν ἔβλεπα ὁλόσωμο, ἀλλά ἔβλεπα τό θυμιατό νά κουνιέται μέ τά κουδουνάκια καί αἰσθανόμουν τήν εὐωδία τοῦ θυμιάματος.

Λίγες μέρες πρίν νά κοιμηθῆ κατάλαβε ὅτι πλησιάζει τό τέλος της καί εἶπε στήν μεγάλη της ἐγγονή: «Ἡ ὑπογραφή (γιά τήν ἀναχώρησή μου) μπῆκε. Τό αἰσθάνθηκα καθαρά». Κάλεσε τότε καί τόν εὐλαβέστατο ἱεροψάλτη τοῦ ἁγίου Γεωργίου κ.Κουτσιμανῆν Ἰωάννην καί τοῦ εἶπε: «Ἐγώ Χριστούγεννα θά κάνω στόν οὐρανό, ὄχι ἐδῶ. Δέν θά τά προλάβω». Τόν παρακάλεσε καί τῆς ἔψαλλε ὅλη τήν ἀκολουθία τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων, ἡ ὁποία διήρκησε περίπου διόμιση ὧρες, δημιουργήθηκε μιά πνευματική ἀτμόσφαιρα καί χάρηκε ἡ Τατιανή.

Εἶχε φέρει  ἀπό τήν Ρωσσία δυό–τρεῖς εἰκόνες. Ἡ μία ἀπ᾿ αὐτές ἦταν μόνο τό ξύλο. Ὄχι μόνο δέν φαινόταν ὁ εἰκονιζόμενος Ἅγιος ἀλλά εἶχαν φύγει τελείως καί τά χρώματα. Λίγες ὧρες πρίν φύγει γιά τό οὐράνιο ταξίδι της, ἡ Τατιανή ἀξιώθηκε νά δῆ τήν εἰκόνα αὐτή στήν ἀρχική της κατάσταση μέ τήν παράσταση τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὅπως τήν ἔκανε ὁ Ἁγιογράφος.

Τά τέ­λη τῆς Τα­τια­νῆς ἦ­ταν εἰ­ρη­νι­κά. Πα­ρέ­δω­σε τό πνεῦ­μα της στόν Κύ­ριο προ­σευ­χό­με­νη τήν 17η Δε­κεμ­βρί­ου τοῦ ἔ­τους 1987 καί ἐ­κη­δεύ­θη τήν ἑ­πο­μέ­νη ἡ­μέ­ρα μέ τήν συμ­με­το­χή πλή­θους ἀν­θρώ­πων…
Απόσπασμα από το βιβλίο “Ασκητές μέσα στον κόσμο”, 2013, Ιερό Ησυχαστήριο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, Α’ Τόμος, σελ. 170-.

Πάτερ, ετοιμάσου να γίνης Δεσπότης…. Ο άγιος Νεκτάριος προαναγγέλλει την εκλογή του αγίου επισκόπου Σιατίστης Αντωνίου – Γερόντισσα Σαλώμη εκ Θέρμου

iconandlight.wordpress.com 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου