Ακούσατε Έθνη και λαοί της Οικουμένης πάσης και εσύ αναγνώστα πρόσεχε
σ’ αυτό που θα διαβάσεις. Είναι σκληρά και λυπηρά, και παραχωρημένα να
γίνουν όσα εις τας Γραφάς ευρίσκονται γραμμένα. Τά ‘γραψαν οι Πατέρες
μας ο κόσμος για να μάθει από αυτόν τον πόλεμο τι μέλλεται να πάθει.
Για να προσφύγει στον Θεό και να μετανοήσει αν θέλει δια να σωθεί και
ευτυχής να ζήσει. Με μιας θα ανάψει η φωτιά από μικρή αιτία κραυγή
πολέμου έρχεται από τη Βουλγαρία. Η δε Ρωσία ξαφνικά εισβάλλει στην
Τουρκία και ως χείμαρρος ορμητικός σαρώνει την Περσία. Και προχωρεί
ακάθεκτη φθάνει στην Παλαιστίνη Θεός θέλει ο Αντίχριστος του Κόσμου για
να γίνει. Τότε κατέρχονται ομού της Δύσεως τα κράτη ουαί στα Έθνη του
Βορρά γίνονται όλα στάχτη.
Με λύσσα αμύνεται σκληρά η Άρκτος στην Τουρκία που αδίκησε την Ελλάδα,
και όλη (η Τουρκία) αναφλέγεται και καίει σα λαμπάδα. Ματαίως αγωνίζεται
η Άρκτος να κράτηση τα περιβόητα Στενά στο τέλος θ’ απηυδήσει. Γιατί
από την Ανατολή, Κορέα, Μαντζουρία εισβάλλει η Αμερική με την Ιαπωνία
και προχωρεί ολοταχώς γραμμή στη Σιβηρία ενώ στη Δυτική πλευρά νικά η
Γερμανία. Και τότε είναι αδύνατον να κρατηθεί η Ρωσία και εγκαταλείπει
τα Στενά, Αίγυπτο και Τουρκία.Κτυπιέται η Άρκτος πανταχού και φεύγει προτροπάδην όπως διασκορπίζεται
ένα άτακτο κοπάδι. Τότε ομού θα ηττηθεί και η δόλιος Τουρκία γιατί θα
πράξη πονηρά μεγάλη προδοσία. Γιατί αφού καταβληθεί όλη από τη Ρωσία θα
συμμαχήσει μετ’ αυτής, και με τη Βουλγαρία. Για τούτο όσοι χριστιανοί
ευρίσκονται στην Πόλη και στα περίχωρα αυτής, πρέπει να φύγουν όλοι.
Γιατί η Πόλις θα καεί και ουδείς θα απομείνει κάτοικος ζων εντός αυτής.
Μόνο ο Ναός θα μείνει (ο οίκος ούτος και ναός της του Θεού Σοφίας
όστις θα μείνει αείφωτος φάρος Ορθοδοξίας. Εξ ού το φως θα εξαπλωθεί σ’
όλη την Οικουμένη, της Βασιλείας του Χριστού που ο κόσμος αναμένει). Η
πρώτη φάσις έληξε του τρομερού πολέμου τόσα δεινά πέντε μηνών δεν
επαρκούν Θεέ μου; Και πάλι νέος πόλεμος έρχεται να ξεσπάσει αλλοίμονο
στον άνθρωπο τι έχει να περάσει. Το ζήτημα της Πόλεως πάλι θα βγει στη
μέση κι ο κόσμος θα περιπλεχθεί και δε θα ξεμπερδέψει. Αμέσως η
διχόνοια ενσκήπτει εις την Κρήτη και ανάπτουν εις τα αυθωρεί τα μίση
και τα πάθη.
Αφού οι ισχυροί της γης απογοητευθώσιν τότε θα γίνει πόλεμος, που
ουδέποτε έχει γίνει, αλλοίμονο στους ασεβείς κανείς δε θα απομείνει!
Τότε η Ελλάς ουδέτερη και πάντα αδικημένη το δίκαιό της θα ζητεί και
έτοιμη θα αναμένει χωρίς ν’ αναμιχθεί.
Και τότε θα μιλήσει όταν η σάλπιγξ του Θεού εκ του Ουρανού σαλπίσει, για να δικαιωθεί. Τότε τα Έθνη μεληδόν θα σφάζονται αγρίως στα όρια της Πόλεως για τα Στενά κυρίως.
Τότε θα πλεύσει και πνιγεί στο αίμα το μοσχάρι τότε θα εκκαθαρισθεί η ήρα απ’ το σιτάρι. Στη θάλασσα, όπου βρεθεί, πλοίο δεν θ’ απομείνει και από το αίμα η θάλασσα κοκκινωπή θα γίνει. Η Πόλις θα κατακαυτεί κι ίχνος δεν θα υπάρξει πλέον ανθρώπου υλιστή, γιατί πολλά έχει πράξει. Μόνος θα μείνει ο Ναός της του Θεού Σοφίας το στόλισμα της Νύμφης του Αγίας Εκκλησίας. Τρία ημερονύκτια θα διαρκέσει η μάχη όποιος εξέλθει ζωντανός μεγάλη τύχη θα χει!
Και τότε θα μιλήσει όταν η σάλπιγξ του Θεού εκ του Ουρανού σαλπίσει, για να δικαιωθεί. Τότε τα Έθνη μεληδόν θα σφάζονται αγρίως στα όρια της Πόλεως για τα Στενά κυρίως.
Τότε θα πλεύσει και πνιγεί στο αίμα το μοσχάρι τότε θα εκκαθαρισθεί η ήρα απ’ το σιτάρι. Στη θάλασσα, όπου βρεθεί, πλοίο δεν θ’ απομείνει και από το αίμα η θάλασσα κοκκινωπή θα γίνει. Η Πόλις θα κατακαυτεί κι ίχνος δεν θα υπάρξει πλέον ανθρώπου υλιστή, γιατί πολλά έχει πράξει. Μόνος θα μείνει ο Ναός της του Θεού Σοφίας το στόλισμα της Νύμφης του Αγίας Εκκλησίας. Τρία ημερονύκτια θα διαρκέσει η μάχη όποιος εξέλθει ζωντανός μεγάλη τύχη θα χει!
Κράτη ομού δέκα οκτώ με πείσμα αγριεμένα θα σφάζονται αλλόφρονα στο
αίμα βουτηγμένα. Την Τρίτη ημέρα ακριβώς όσοι εξαντλημένοι από την μάχη
θ’ αποζούν, θα δούνε ξαφνιασμένοι εκεί ψηλά στον ουρανό στα δεξιά τα
μέρη να λάμπει υπέρ τον ήλιον ένα μεγάλο αστέρι.
Και από τ’ αστέρι κάτωθεν ένας Σταυρός ν’ αστράπτει, πύρινος κατακόκκινος, κι’ έκπληκτα τα Κράτη θ’ ακούσουν εκ του ουρανού μια φωνή βροντώδη αγγέλου απροσδόκητον και θα σταθούν στο πόδι. Τα όπλα θα πετάξουνε στη γη και τρομαγμένοι τ’ αστέρι θα κοιτάξουνε σαν απολιθωμένοι. Σταθείτε θ’ ακουστεί φωνή. Σταθείτε επί τόπου Γιατί αρκετά εχύθηκε το αίμα του ανθρώπου. Σπεύσατε πάραυτα εκεί στα δεξιά τα μέρη το τόξο ακολουθήσατε που βγαίνει από τ’ αστέρι. Κι εκεί θα βρείτε άνθρωπον Άγιον δικόν Μου. Ποιμένα αυτόν εξέλεξα δια το ποίμνιόν Μου. Τούτον και σεις εκλέξατε ποιμένα να ποιμάνει τα πρόβατα Μου, που γυρνούν έρημα δίχως στάνη. Νύκτα θ’ ακουστεί η φωνή, και ο κόσμος τρομαγμένος εκ της φωνής της σάλπιγγος θα μείνει σαστισμένος. Κι ευθύς το τόξο θα στραφεί προς νότον στην Ελλάδα που απ’ το φως το Ουράνιο θα φέγγει σαν λαμπάδα. Τότε θα καταφθάνουνε οι Πρέσβεις στην Ελλάδα ολόχαρη δε η Ελλάς με βία και γρηγοράδα, πρώτη τότε αυτή θα σηκωθεί με το στρατό της να εκπληρώσει ολόχαρη τον Ιερό σκοπό της.
Να καταλάβει αμαχητί, τα ιερά της μέρη που της τα πήραν οι εχθροί, που όλος ο κόσμος ξέρει. Τότε οι πρόσφυγες ομού από χαρά σκιρτώντες θα τρέξουνε εις τα μέρη τους σαν αετοί πετώντες. Τότε ο Έλλην Βασιλεύς, ο εκλεκτός Κυρίου εις πάντα θα ναι άριστος και επί της υφηλίου θα άρχει και θα διοικεί μετά δικαιοσύνης και η γη θα χαίρεται εκ διαρκούς ειρήνης.Τα όπλα τα πολεμικά θα γίνουν εργαλεία και άροτρα γεωργικά κι ειρήνη και ευτυχία θα βασιλεύσει πανταχού κι ως αδελφοί να ζώσι οι άνθρωποι επί της γης και δεν θα ερωτώσι ο εις τον άλλον άνθρωπον μήπως και είναι ξένος αλλά θα λέγεται αδελφός και εκ του Αδάμ το γένος.
Και από τ’ αστέρι κάτωθεν ένας Σταυρός ν’ αστράπτει, πύρινος κατακόκκινος, κι’ έκπληκτα τα Κράτη θ’ ακούσουν εκ του ουρανού μια φωνή βροντώδη αγγέλου απροσδόκητον και θα σταθούν στο πόδι. Τα όπλα θα πετάξουνε στη γη και τρομαγμένοι τ’ αστέρι θα κοιτάξουνε σαν απολιθωμένοι. Σταθείτε θ’ ακουστεί φωνή. Σταθείτε επί τόπου Γιατί αρκετά εχύθηκε το αίμα του ανθρώπου. Σπεύσατε πάραυτα εκεί στα δεξιά τα μέρη το τόξο ακολουθήσατε που βγαίνει από τ’ αστέρι. Κι εκεί θα βρείτε άνθρωπον Άγιον δικόν Μου. Ποιμένα αυτόν εξέλεξα δια το ποίμνιόν Μου. Τούτον και σεις εκλέξατε ποιμένα να ποιμάνει τα πρόβατα Μου, που γυρνούν έρημα δίχως στάνη. Νύκτα θ’ ακουστεί η φωνή, και ο κόσμος τρομαγμένος εκ της φωνής της σάλπιγγος θα μείνει σαστισμένος. Κι ευθύς το τόξο θα στραφεί προς νότον στην Ελλάδα που απ’ το φως το Ουράνιο θα φέγγει σαν λαμπάδα. Τότε θα καταφθάνουνε οι Πρέσβεις στην Ελλάδα ολόχαρη δε η Ελλάς με βία και γρηγοράδα, πρώτη τότε αυτή θα σηκωθεί με το στρατό της να εκπληρώσει ολόχαρη τον Ιερό σκοπό της.
Να καταλάβει αμαχητί, τα ιερά της μέρη που της τα πήραν οι εχθροί, που όλος ο κόσμος ξέρει. Τότε οι πρόσφυγες ομού από χαρά σκιρτώντες θα τρέξουνε εις τα μέρη τους σαν αετοί πετώντες. Τότε ο Έλλην Βασιλεύς, ο εκλεκτός Κυρίου εις πάντα θα ναι άριστος και επί της υφηλίου θα άρχει και θα διοικεί μετά δικαιοσύνης και η γη θα χαίρεται εκ διαρκούς ειρήνης.Τα όπλα τα πολεμικά θα γίνουν εργαλεία και άροτρα γεωργικά κι ειρήνη και ευτυχία θα βασιλεύσει πανταχού κι ως αδελφοί να ζώσι οι άνθρωποι επί της γης και δεν θα ερωτώσι ο εις τον άλλον άνθρωπον μήπως και είναι ξένος αλλά θα λέγεται αδελφός και εκ του Αδάμ το γένος.
Έλληνες ανανήψατε αυτή είναι η αλήθεια μη σας πλανούν οι άπιστοι πως είναι παραμύθια.
Όλα αυτά θα γίνουνε η ώρα πλησιάζει το σύμπαν αναταράσσεται και σας δε
σας τρομάζει; Η συμφορά που έρχεται τους ασεβείς να πλήξει και εκ της
γης αλύπητα να τους αξαφανίσει. Πάρετε την απόφαση και λογικά σκεφθείτε
να θέλετε να ζήσετε και αιώνια να σωθήτε όλοι μετανοήσατε στραφείτε
προς τα θεία γιατί ουδεμία απ΄αυτήν υπάρχει σωτηρία. Ο πόλεμος που
έρχεται ουδέποτε έχει γίνει τόσον μεγάλος και φριχτός και δε θα γενεί
ειρήνη. Αν δεν εκαθαριστεί η ήρα από το σιτάρι και τα ζιζάνια θα καούν
σαν το ξηρό χορτάρι.
Τέλος και τω Θεώ Δόξα.
Η Επίσκεψη. Ποίημα με προφητείες του Γέροντα Ιωσήφ Βατοπαιδινού.
Περπάταγα στον αρσανά και βλέπω σαν παιδάκι
να κλαίει με αναφιλητά, σεπτό ένα γεροντάκι.
Τι έχεις γέροντα ρωτώ και τρέχουνε τα μάτια
και σμίξανε τα δάκρυα, με του γιαλού τ΄ αλάτια;
Τέκνο μου είμαι ο Ιωσήφ, Γέρων Βατοπαιδίου
και ήρθα να ειδώ τα σπλάχνα μου, στη μάνδρα του πεδίου.
Ήρθε μαζί μου η Παναγιά και μου έδειξε την Σμύρνη
και για να πω μου ορμήνευσε, τι πρόκειται να γίνει.
Αγκάλιασα τη θάλασσα και επήγα στο Aϊβαλί
και η καρδούλα ράγισε σαν είδα μες την εκκλησιά, κάποιον Αλή.
Ήταν κοντά και μακριά, η Έφεσος και η Σμύρνη
Πανάγαθε, πώς άφησες τέτοιο κακό να γίνει;
Ερώτησα με δάκρυα Δέσποινα Παναγία
Ποιού μπότα μαύρη πάτησε, τη γη Σου αυτή Κυρία;
Πότε τα χρόνια που είπανε, της λευτεριάς το αστέρι,
θα έρθει απ την Ανατολή, ένας Θεός το ξέρει;
Είδα από την Ψέριμο, την Παλαιά Ελλάδα
και στα αρχαία χαλάσματα, έκλαιγε η μυθόπλαστη Παλλάδα.
Η Θράκη θέλει λευτεριά και η Καρπασία στενάζει
Σμύρνη και Πενταδάκτυλος, ξύπνα Ρωμιέ κραυγάζει.
Έμεινε στα παράλια, πόνος και ερημιά
και σβήσαν τα καντήλια μας εις τα νεκροταφειά.
Ένας λαός που δύσκολα τέτοιους ζυγούς θυμάται
θέλει το χάρο της σκλαβιάς, να΄ χει για να φοβάται.
Μου έδειξε η Παντάνασσα και της Ελλάδας μάνα
πως άναψε μες τη σκλαβιά, της λευτεριάς η δάδα.
Είδα τη γαλανόλευκη να κυματίζει στη Μίλητο , στην Αλικαρνασσό
και την ιαχή του γυρισμού, την άκουγαν μέχρι τη Λεμεσό.
Ακουσα τις καμπάνες, κοντά η Αγία Σοφιά
βουβά κτυπούσαν στην καρδιά για την ελευθεριά.
Ο Βασιλεύς, εξύπνησε, στου Ρωμανού την πύλη
αγαρηνός και άπιστος, κανένας δεν θα μείνει.
Είπε ο Γέρων και έφυγε από το μονοπάτι
και εγώ, χίλια σκεφτόμουνα πριν μπω μες το παλάτι.
Αντίκρισα την Παναγιά που δέχτηκε το βόλι
την ευχαρίστησα ξανά, που βρέθηκα, στο Άγιο Περιβόλι.
Γοργά η ματιά μου ρίχτηκε, σε ξύλινο σταυρό
και τότε άρχισα και γω, Παντάνασσα το αναφιλητό.
Γέρων Ιωσήφ, κοιμήθηκε την 1η Ιουλίου
Πανάχραντη, μα ήταν εδώ… εις την Βατοπαιδίου…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου