Δευτέρα 15 Ιανουαρίου 2024

Ο Κασσελάκης φέρνει στη Βουλή πρόταση νόμου για τον διαχωρισμό Κράτους – Εκκλησίας.

 Επιμέλεια: ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ


 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Την ώρα που οι αντιδράσεις για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών δίνουν και παίρνουν με έναν νέο διχασμό προ των πυλών για τον ελληνικό λαό, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Στέφανος Κασσελάκης, πρόκειται να καταθέσει πρόταση νόμου για τον διαχωρισμό κρατους εκκλησίας

Το παραπάνω αποκάλυψε ο ίδιος κατά τη διάρκεια των εργασιών της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, η οποία έλαβε χώρα την Κυριακή 14 Ιανουαρίου, 2024.

Σύμφωνα με πληροφορίες του ΑΠΕ-ΜΠΕ, κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης συζητήθηκαν διάφορα θέματα, όπως πρόταση νόμου για την διευκόλυνση της υιοθεσίας για όλους και όλες και άλλα επίκαιρα ζητήματα, όπως η ακρίβεια.

Επίσης, οι ίδιες πηγές αναφέρουν ότι ο Στέφανος Κασσελάκης είπε, μεταξύ άλλων, ότι στο προσεχές διάστημα θα εκτυλιχθεί η νομοθετική πρωτοβουλία του ΣΥΡΙΖΑ και θα καταθέσει την παλαιότερη πρόταση του 2018 για τον διαχωρισμό κράτους και Εκκλησίας.

Αυτό συνέβη αφού είχε προηγηθεί η συνάντηση που είχε ο κ. Κασσελάκης με τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερώνυμο.

Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ έθιξε το θέμα και στη συνάντησή του με τον Αρχιεπίσκοπο, καθώς ανέφερε ότι «είχαμε μία εξαιρετική πρώτη συνάντηση με τον Μακαριώτατο. Συμφωνήσαμε να τα ξαναπούμε σε σύντομο χρονικό διάστημα. Από πλευράς μου εξέφρασα ότι οι αξίες της αριστεράς και του ΣΥΡΙΖΑ συνάδουν πλήρως με τις αξίες της Εκκλησιας, γιατί αυτό που θέλουμε να κάνουμε είναι να δώσουμε φωνή στους αδύναμους.

Να μπορέσουμε να προσφερουμε αλληλεγγύη σε όλα τα κομμάτια της κοινωνίας και ειδικά σε αυτά τα οποία αισθάνονται κοινωνικό αποκλεισμό» τόνισε αμέσως μετά την συνάντηση ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Στέφανος Κασσελάκης και σημείωσε ότι «η Εκκλησία έχει ένα μεγάλο ρόλο να παίξει σε αυτήν την πορεία και ο ΣΥΡΙΖΑ σίγουρα μπορεί να σταθεί με τον ακτιβισμό του στο πλευρό της κοινωνίας.

Μιλήσαμε πάνω σε αυτό το πλαίσιο για την συμφωνία μεταξύ του Αλέξη Τσίπρα και του Μακαριωτάτου το 2018. Μία καλή συμφωνία, η οποία δυστυχώς δεν υλοποιήθηκε όσον αφορά στις σχέσεις Κράτους και Εκκλησίας.

Θα είναι η πρόθεσή μας ως αξιωματική αντιπολίτευση να συνεχίσουμε να την προωθούμε και ίσως και μία μέρα ως Κυβέρνηση να την υλοποιήσουμε». Επίσης, ευχαρίστησε τον Αρχιεπίσκοπο για την υποδοχή και δήλωσε πως «θα είμαι στην διάθεσή του για να είμαστε χρήσιμοι στις σχέσεις μεταξύ Κράτους και Εκκλησίας».

Η συμφωνία Πολιτείας – Εκκλησίας.

Η συμφωνία αποτυπώθηκε σε δύο κείμενα. Το πρώτο ήταν ένα σχέδιο συμφωνίας δεκαπέντε σημείων, με τον τίτλο «Συμφωνία μεταξύ Πολιτείας και Εκκλησίας», την οποία παρουσιάσαμε από κοινού με τον αρχιεπίσκοπο στις 6 Νοεμβρίου 2018. Το δεύτερο ήταν ένα δεκασέλιδο κείμενο με τον τίτλο «Σχέδιο υλοποίησης της συμφωνίας Πολιτείας – Εκκλησίας» που εκπονήθηκε από την κυβέρνηση μετά από διαπραγματεύσεις με την Εκκλησία και δόθηκε στη δημοσιότητα στις 12 Φεβρουαρίου 2019.

Το πρώτο κείμενο, η συμφωνία των δεκαπέντε σημείων, ξεκινά με την αναγνώριση ότι το ελληνικό κράτος είχε αποκτήσει στο παρελθόν περιουσία της Εκκλησίας χωρίς να καταβάλει πλήρη αποζημίωση και, ως ανταπόδοση, ανέλαβε τη μισθοδοσία του κλήρου. Συμφωνείται ότι εφεξής η Πολιτεία παύει να μισθοδοτεί η ίδια τους κληρικούς, αλλά θα καταβάλλει σε ειδικό ταμείο ετήσια επιδότηση από την οποία η Εκκλησία θα μισθοδοτεί τους υπηρετούντες κληρικούς.

Η Εκκλησία παραιτείται από οποιεσδήποτε αξιώσεις για πλημμελώς αποζημιωθείσα περιουσία της που απέκτησε στο παρελθόν το ελληνικό κράτος, διασφαλίζονται οι οργανικές θέσεις των υπηρετούντων κληρικών και η Εκκλησία θα μπορεί εφεξής να ιδρύει νέες θέσεις κληρικών μόνο από δικούς της πόρους. Παράλληλα, συμφωνείται ότι η διαχείριση και αξιοποίηση περιουσιακών στοιχείων που διαμφισβητούνται μεταξύ Πολιτείας και Εκκλησίας ανατίθεται στο Ταμείο Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας, το οποίο ιδρύεται και διοικείται από κοινού από Πολιτεία και Εκκλησία, με επιμερισμό κατά ίσο μέρος των εσόδων και υποχρεώσεών του.

Τι σημαίνει ο διαχωρισμός Εκκλησίας – Κράτους.

Σχετικά με το Σύνταγμα

Οι περισσότεροι στέκονται στο άρθρο 3 περί επικρατούσης θρησκείας και στο άρθρο 13 περί θρησκευτικής ελευθερίας. Πιστεύουμε, ότι σημαντικότερη διάταξη είναι εκείνη της παραγράφου 3 του άρθρου 1. Πρόκειται για μια διάταξη, η οποία δεν τίθεται ποτέ σε αναθεώρηση και προβλέπει τα εξής. « Όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και του έθνους και ασκούνται κατά τον τρόπο που ορίζει το Σύνταγμα». Βλέπουμε εδώ ότι ο συνταγματικός νομοθέτης θέλει όλες τις εξουσίες να υπάρχουν και να ασκούνται, όχι μόνον υπέρ του λαού, αλλά και του έθνους. Διαφοροποιεί σκοπίμως αυτές τις έννοιες, διότι λαός είναι οι πολίτες του κράτους τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, ενώ το έθνος είναι μία έννοια με ευρύτερες διαστάσεις και στο χρόνο και το χώρο. Το έθνος ενσωματώνει την Ιστορία, τις αξίες και τις παραδόσεις που έρχονται από το παρελθόν και μας καθοδηγούν για το μέλλον. Περιλαμβάνει δε και τους Έλληνες που ζουν έξω από τα κρατικά μας σύνορα. Ένα από τα θεμελιώδη συστατικά του νεοελληνικού έθνους είναι και η Ορθοδοξία ως πίστη, ως παράδοση, ως Εκκλησία. Άρα η Πολιτεία καλείται να την υπερασπίζεται και να τη διαφυλάσσει, σεβόμενη πάντοτε τα ανθρώπινα δικαιώματα των ετεροδόξων ή αλλοθρήσκων.

Κάποιοι ίσως αμφισβητήσουν ότι η Ορθοδοξία είναι συστατικό στοιχείο του έθνους μας. Θα τους παραπέμψουμε σε δύο μεγάλες μορφές πολιτικών ηγετών που είναι ευρύτατα αποδεκτές. Τον Ιω. Καποδίστρια και τον Ελ. Βενιζέλο. Ο Κερκυραίος πρώτος κυβερνήτης, όταν τον ρωτούσαν ξένοι ηγεμόνες ποιο λαό κυβερνά, απαντούσε ότι Έλληνες είναι εκείνοι, οι οποίοι από την Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως μέχρι σήμερα ακολουθούν την ορθόδοξη πίστη και μιλούν την ελληνική γλώσσα. Ο δε μεγάλος Κρητικός, όταν εξέφραζε την ελληνική διεκδίκηση επί της Βορείου Ηπείρου το 1913, έλεγε ότι οι περισσότεροι κάτοικοι της περιοχής διακρίνονται μεταξύ άλλων και για την «ελληνική τους θρησκεία», εννοώντας την Ορθοδοξία. Εξάλλου ας αναρωτηθούμε ποιος είναι ο παράγοντας που κρατά δεμένους με τις ρίζες τους Έλληνες αποδήμους ανά τον κόσμο. Προφανώς η Ορθόδοξη Εκκλησία. Εκείνη τους διδάσκει και τα πολλά ή λίγα ελληνικά που ξέρουν και τους βοηθά να κρατήσουν κάποια στοιχεία από την ελληνική τους ταυτότητα.

Σχετικά με τη μισθοδοσία των κληρικών από το κράτος

Πρόκειται για δέσμευση που ανέλαβε η Πολιτεία το 1952 επί κυβερνήσεως Πλαστήρα σε αντάλλαγμα για την περιουσία, την οποία παρεχώρησε η Εκκλησία υπέρ των κοινωνικών σκοπών του κράτους. Όσοι προτείνουν να διακοπεί η μισθοδοσία λησμονούν ότι το κράτος έχει μία συνέχεια και μία αξιοπιστία. Δεν είναι δυνατόν να αθετεί συμβάσεις που υπέγραψε. Αλλιώς θα πρέπει η Πολιτεία να δώσει πίσω την εκκλησιαστική περιουσία, πράγμα κοινωνικώς μεν οδυνηρό, πρακτικώς δε αδύνατο.

Ιστορικά στοιχεία για το θέμα χωρισμού

Ιστορικά η ιδέα χωρισμού κράτους και Εκκλησίας ανάγεται στο 16ο αιώνα με την Προτεσταντική Μεταρρύθμιση.

Με τη Μεταρρύθμιση, η Προτεσταντική θεολογία αποσταθεροποίησε την πολιτική εξουσία από τα παραδοσιακά στοιχεία της ελληνορωμαϊκής πνευματικής κληρονομιάς. Μέσα λοιπόν σ’ εκείνο το νεοδιαμορφωμένο θρησκευτικό και πολιτισμικό πλαίσιο η πολιτική σκέψη αξιοποίησε τις ρωγμές της χριστιανικής παράδοσης.

Έτσι άρχισαν ν’ αναπτύσσονται οι θεωρίες του αγγλικού δεϊσμού, του εμπειρισμού του Γαλλικού Διαφωτισμού και του γερμανικού ιδεαλισμού. Οι θεωρίες αυτές στην υπερβολική τους έκφραση οραματίστηκαν ένα κράτος χωρίς θρησκεία, μία κοινωνία χωρίς θεό και έναν πολίτη χωρίς θρησκευτική πίστη. Η υπερβολή αυτή ολοκληρώθηκε αργότερα έπειτα από έναν και πλέον αιώνα, με την αθεϊστική ιδεολογία του Μαρξισμού-Λενινισμού.

Μέσα, λοιπόν, από αυτήν την ιστορική διαδρομή, η πολιτική θεωρία των νεοτέρων χρόνων κατέληξε να απορρίψει την παραδοσιακή λογική για δύο παράλληλες και ισότιμες-αλλά με διακριτικούς ρόλους-εξουσίες: την πολιτική και την εκκλησιαστική.

Η Ορθόδοξη όμως Εκκλησία εμμένει στην αρχή των δύο παράλληλων εξουσιών, που τις συνδέει η ενότητα του Γένους, όπως περιγράφεται με σαφήνεια και από το μεγάλο ιστορικό μας Κωνσταντίνο Παπαρρηγόπουλο.

vimaorthodoxias.gr 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου